Εἶχε ἔρθει στό Καλύβι ἕνας ἄθεος μέχρι τό κόκκαλο. Ἀφοῦ εἶπε διάφορα, μετά μου λέει: «Ἐγώ εἶμαι εἰκονομάχος». Ἀπό ἐκεῖ ποῦ δέν πίστευε τίποτε, ὕστερα ἔλεγε ὅτι εἶναι εἰκονομάχος. «Βρέ ἀθεόφοβε, τοῦ λέω, ἐσύ ἀφοῦ δέν πιστεύεις σέ τίποτε, τί μου λές ὅτι εἶσαι εἰκονομάχος;
Τότε, τόν καιρό τῆς Εἰκονομαχίας [2], μερικοί Χριστιανοί ἀπό ὑπερβολικό ζῆλο ἔπεσαν σέ πλάνη, ἔφθασαν στήν ἄλλη ἄκρη, καί μετά ἤ Ἐκκλησία τοποθέτησε τό θέμα· δέν εἶναι ὅτι δέν πίστευαν». Ὑποστήριζε ἐν τῷ μεταξύ ὅλη τήν σημερινή κατάσταση. Μαλώσαμε ἐκεῖ πέρα.
«Καλά, τοῦ λέω, κατάσταση εἶναι αὐτή; Δικαστικοί νά φοβοῦνται νά δικάσουν, νά κάνουν μηνύσεις γιά ἐγκληματίες καί νά τούς ἀπειλοῦν ὅ ἕνας καί ὅ ἄλλος καί νά ἀναγκάζονται νά τίς ἀποσύρουν;Καί τελικά ποιοί κυβερνοῦν; Σέ ἀναπαύει αὐτή ἤ κατάσταση;Ὑποστηρίζεις αὐτούς; Ἐσύ εἶσαι ἐγκληματίας. Γι' αὐτό ἦρθες; Ἄντε, φύγε Ἀπό ἐδῶ!». Τόν...
ἐδίωξα.
ἐδίωξα.
- Γέροντα, δέν φοβάστε ἔτσι ποῦ μιλᾶτε;
- Τί νά φοβηθῶ; Τόν τάφο μου τόν ἔχω ἀνοίξει. Ἄν δέν τόν εἶχα ἀνοίξει, θά μέ ἀπασχολοῦσε ποῦ θά κουραζόταν ὅ ἄλλος νά σκάψει. Τώρα θά χρειασθεῖ νά ρίξει μόνο λίγους τενεκέδες χῶμα...
Ἔχω ὕπ' ὄψιν μου ἕναν ἄλλον ἄθεο, ἕναν βλάσφημο, ποῦ τόν ἀφήνουν στήν τηλεόραση καί μιλάει, ἐνῶ ἔχει πεῖ τά πιό βλάσφημα λόγια γιά Τόν Χριστό καί τήν Παναγία. Δεν παίρνει καί ἤ Ἐκκλησία μιά θέση νά ἀφορίση μερικούς. Αὐτούς ἔπρεπε νά τούς ἀφορίζη ἤ Ἐκκλησία.Λυποῦνται Τόν ἀφορισμό!
- Γέροντα, τί θά καταλάβουν μέ τόν ἀφορισμό, ἀφοῦ τίποτε δέν παραδέχονται;
- Τουλάχιστον νά φανεῖ ὅτι ἤ Ἐκκλησία παίρνει μιά θέση.
- Ἤ σιωπή της, Γέροντα, εἶναι σάν νά τά ἀναγνωρίζει;
- Ναί. Έγραψε ἕνας κάτι βλάσφημα γιά τήν Παναγία καί κανείς δέν μίλησε. Λέω σέ κάποιον: «ἐν εἶδες τί γράφει ἐκεῖνος;». «Έ, τί νά τούς κάνης, μοῦ λέει. Θά λερωθεῖς, ἄν ἀσχοληθεῖς μαζί τους». Φοβοῦνται νά μιλήσουν.
- Τί εἶχε νά φοβηθεῖ, Γέροντα;
- Νά μή γράψουν τίποτε γι' αὐτόν καί ἐκτεθεῖ, καί ἀνέχεται νά βλασφημῆται ἤ Παναγία! Νά μή θέλουμε νά βγάλει ὅ ἄλλος τό φίδι ἀπό τήν τρύπα, γιά νά ἔχουμε ἐμεῖς τήν ἡσυχία μας. Αὐτό εἶναι ἔλλειψη ἀγάπης. Ύστερα ἀρχίζει ὅ ἄνθρωπος νά κινεῖται ἀπό συμφέρον. Γι' αὐτό βλέπεις ἕνα πνεῦμα σήμερα: «Μέ τόν τάδε νά ἔχουμε σχέσεις, γιά νά μᾶς λέει καλά λόγια. Μέ τόν ἄλλο νά τά ἔχουμε καλά, γιά νά μή μᾶς διασύρει κ.λπ. Νά μή μᾶς πάρουν γιά κορόϊδα, νά μή γίνουμε θύματα».
Ἄλλος ἀδιαφορεῖ καί δέν μιλάει. «Νά μή μιλήσω, λέει, γιά νά μή μέ γράψουν οἴ ἐφημερίδες». Οι περισσότεροι δηλαδή εἶναι τελείως ἀδιάφοροι. Τώρα ἄρχισε λίγο κάτι νά γίνεται - τόσον καιρό δέν ἔγραφε κανένας τίποτα. Είχα βάλει τίς φωνές πρίν ἀπό χρόνια σέ κάποιον στό Ἅγιον Ὅρος. «Πολύ πατριωτισμό ἔχεις», μοῦ λέει. Πρίν ἀπό λίγο καιρό ἦρθε καί μέ βρῆκε: «Ὅλα τά διέλυσαν, μοῦ λέει, οἰκογένεια, παιδεία...». Τοῦ λέω καί ἐγώ μέ τήν σειρά μου: «Πολύ πατριωτισμό ἔχεις!»
Ὅλη αὐτή ἤ κατάσταση ἔχει κάνει ἕνα κακό καί ἕνα καλό. Τό κακό εἶναι ὅτι καί ἐκεῖνοι ποῦ εἶχαν κάτι μέσα τους, ἄρχισαν νά ἀδιαφοροῦν, γιατί λένε: «Ἐγώ θά σιάξω τήν κατάσταση;».Τό καλό εἶναι ὅτι πολλοί ἄρχισαν νά προβληματίζονται καί νά ἀλλάζουν. Μερικοί ἔρχονται καί μέ βρίσκουν καί προσπαθοῦν νά δικαιολογήσουν ἕνα κακό ποῦ ἔκαναν προηγουμένως, γιατί ἔχουν προβληματισθεῖ.
- Δηλαδή, Γέροντα, πρέπει πάντα νά ὁμολογοῦμε τό «πιστεύω» μας;
- Χρειάζεται διάκριση. Εἶναι φορές ποῦ δέν πρέπει νά μιλήσουμε καί ἄλλες φορές ποῦ πρέπει νά ὁμολογοῦμε μέ παρρησία τό «πιστεύω» μας, γιατί φέρουμε εὐθύνη, ἄν δέν μιλήσουμε.
Σ' αὐτά τά δύσκολα χρόνια ὅ καθένας μᾶς πρέπει νά κάνη ὅτι γίνεται ἀνθρωπίνως καί ὅτι δέν γίνεται ἀνθρωπίνως νά τό ἀφήνει στόν Θεό. Ἔτσι θά ἔχουμε ἥσυχη τήν συνείδησή μας ὅτι κάναμε ἐκεῖνο ποῦ μπορούσαμε. Αν δέν ἀντιδράσουμε, θά σηκωθοῦν οἴ προγονοί μας ἀπό τούς τάφους.
Ἐκεῖνοι ὑπέφεραν τόσα γιά τήν πατρίδα καί ἐμεῖς τί κάνουμε γι' αὐτήν; Ἤ Ἑλλάδα, ἤ Ὀρθοδοξία, μέ τήν παράδοσή της, τούς Ἁγίους καί τούς ἥρωές της, νά πολεμῆται ἀπό τούς ἴδιους τους Ἕλληνες καί ἐμεῖς νά μή μιλᾶμε! Εἶναι φοβερό!
Εἶπα σέ κάποιον. «Γιατί δέν μιλᾶτε; Τί εἶναι αὐτά ποῦ κάνει ὅ τάδε;». «Τί νά πεῖς, μοῦ λέει, αὐτός ὅλος βρωμάει». «Ἄν βρωμάει ὅλος, γιατί δέν μιλᾶτε; Χτυπῆστε τόν». Τίποτε, τόν ἀφήνουν.
Ἕναν πολιτικό τόν ἔφτυσα. «Πές, τοῦ λέω, "δέν συμφωνῶ μ' αὐτό". Τίμια πράγματα. Θέλεις νά ἐξυπηρετηθεῖς ἐσύ καί νά ρημάξουν ὅλα;». Αν οἴ Χριστιανοί δέν ὁμολογήσουν, δέν ἀντιδράσουν, αὐτοί θά κάνουν χειρότερα. Ἐνῶ, ἄν ἀντιδράσουν, θά τό σκεφθοῦν. 'Ἀλλά καί οἴ σημερινοί Χριστιανοί δέν εἶναι γιά μάχες. Οἴ πρῶτοι Χριστιανοί ἦταν γερά καρύδια· ἄλλαξαν ὅλο τόν κόσμο. Καί στήν βυζαντινή ἐποχή μιά εἰκόνα ἔβγαζαν ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἀντιδροῦσε ὅ κόσμος.
Ἐδῶ ὅ Χριστός σταυρώθηκε, γιά νά ἀναστηθοῦμε ἐμεῖς, καί ἐμεῖς νά ἀδιαφοροῦμε! Ἄν ἤ Ἐκκλησία δέν μιλάει, γιά νά μήν ἔρθει σέ ρήξη μέ τό κράτος, ἄν οἴ μητροπολίτες δέν μιλοῦν, γιά νά τά ἔχουν καλά μέ ὅλους, γιατί τούς βοηθᾶνε στά ἱδρύματα κ.λπ., οἴ Ἁγιορεῖτες πάλι ἄν δέν μιλοῦν, γιά νά μήν τούς κόψουν τά ἐπιδόματα [3], τότε ποιός θά μιλήσει;
Εἶπα σέ κάποιον ἡγούμενο: «Ἄν σᾶς ποῦν ὅτι θά σᾶς κόψουν τά ἐπιδόματα, νά πεῖτε: "Θά κόψουμε καί ἐμεῖς τήν φιλοξενία", γιά νά προβληματισθοῦν». Οἴ καθηγητές τῆς Θεολογίας κ.λπ. δέν φωνάζουν, γιατί λένε: «Εἴμαστε ὑπάλληλοι· θά χάσουμε τόν μισθό μας, καί μετά πῶς θά ζήσουμε;».
Τά μοναστήρια ἐν τῷ μεταξύ τά ἐπίασαν μέ τίς συντάξεις. Γιατί ἐγώ δέν θέλω νά πάρω οὔτε αὐτήν τήν ταπεινή σύνταξη τοῦ Ο.Γ.Α.; Ἀκόμη καί ἀσφαλισμένο σέ μιά ἀσφάλεια τοῦ Ο. Γ. Α. νά τόν ἔχουν τόν μοναχό, καί αὐτό δέν εἶναι τίμιο. Νά τόν ἔχουν ἀσφαλισμένο ὡς ἄπορο, Ναί· αὐτό τόν τιμᾶ.
"Ἀλλά νά τόν ἔχουν ἀσφαλισμένο στόν Ο.Γ.Α., γιατί; Ὅ μοναχός ἄφησε μεγάλες συντάξεις, ἔφυγε ἀπό τόν κόσμο καί ἦρθε στό μοναστήρι, καί νά πάρει πάλι σύνταξη!
Καί νά φθάνουμε γιά τήν σύνταξη νά προδώσουμε Τόν Χριστό!
- Δέν ἐννοεῖτε, Γέροντα, ἄν λ.χ. μιά μοναχή δούλεψε ὡς δασκάλα μερικά χρόνια καί δικαιοῦται κάποια σύνταξη;
- Καλά, αὐτή τέλος πάντων. Τώρα ὅμως νά σού πῶ, ἄν καί αὐτήν τήν σύνταξη τήν διάθεση κάπου, θά πάρει μία γερή σύνταξη ἀπό Τόν Χριστό.
1 Εἰπωθῆκαν τό 1992
2 Θρησκευτική ἔρις πού συντάραξε ἐπί ἕναν αἰώνα καί πλέον τήν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία (726-843) καί ἔληξε ἀρχικά μέ τήν Ζ' Οἰκουμενική Σύνοδο τό 787. Τήν ἀναζωπύρωση τῆς ἔριδος ἀπό τόν Λέοντα Ἐ' τόν Ἀρμένιο κατέπαυσε ὁ Πατριάρχης Μεθόδιος τό 843. Εἰκονομάχοι ὀνομάζονταν οἴ Χριστιανοί πού ἀρνοῦνταν τήν ἀπόδοση τιμῆς στίς εἰκόνες.
3 Ὁ Γέροντας ἐννοεῖ τήν οἰκονομική χορηγία (ἡ τά μετοχιακά μισθώματα), δηλαδή ἕνα ποσό χρημάτων τό ὁποῖο τό Ἑλληνικό κράτος ἀνέλαβε τήν ὑποχρέωση ἀπό τό 1924 νά δίνη κάθε χρόνο στίς Ἱερές Μονές τοῦ Ἁγίου Ὅρους, ἐπειδή οἴ Μονές ἔδωσαν στούς πρόσφυγες τά μετόχια τους, ἀπό τά ὁποία εἶχαν τό λάδι, τό σιτάρι, τό κρασί κ.λπ. τῆς χρονιᾶς.
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2012/04/blog-post_5324.html#more
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου