Αλεξάνδρειο
Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα
Θεσσαλονίκης
Σχολή
Σ.Τ.Ε.Γ
Τμήμα
Ζωικής Παραγωγής
ΣΑΛΜΟΝΕΛΑ
Υπεύθυνη
Καθηγήτρια Εργασίας
Μαζαράκη
Π. Κυριακή
Φοιτητής:
Χατζίκος Ελευθέριος
Θεσσαλονίκης
2011
Περιεχόμενα
Περιεχόμενα……………………………………………………………….………………….…..2
Εισαγωγή………………………………………………………………………………….............3
- Βακτήρια και χρώση κατά Gram…………………………………………………..………….3
- Gram αρνητικά (-) προαιρετικά αναερόβια βακτήρια………………………………………...3
- Οικογένεια Enterobacteriaceae………………………………………………………..……....3
- Γένος Salmonella……………………………………………………………………………...4
- Μορφολογία και ιδιότητες………………………………………………………………...5
- Σωματικά αντιγόνα………………………………………….………………...……....6
- Βλεφαριδικά αντιγόνα…………………………………………………………….…..6
- Αντιγόνα κάψας…………………………………………………………....……….....6
- Παθογένεια………………………………………………………………………………..7
- Μέτρα προφύλαξης……………………………………………………………………..…9
- Βιοχημικές ιδιότητες και εργαστηριακή διάγνωση……………………………………...10
- Πλήρης βιοχημικός έλεγχος……………………………………………………………..11
- Επιστήμη και σαλμονέλα………………………………………………………………..12
Βιβλιογραφία…………………………………………………………………………………….13
Εισαγωγή
1.
Βακτήρια
και χρώση κατά Gram
Τα βακτήρια
είναι μονοκύτταροι προκαρυωτικοί (χωρίς
πυρήνα) μικροοργανισμοί που ταξινομούνται
στα βασίλεια των ευβακτηρίων και των
αρχαιοβακτηρίων. Τα ευβακτήρια είναι
το γνωστότερα. Ζουν στο χώμα και σε
ζωντανούς οργανισμούς. Παίζουν μοναδικό
και θεμελιώδη ρόλο στην συνολική
διαχείριση των οργανικών και ανόργανων
υλικών της βιόσφαιρας, ως αποικοδομητές,
αλλά ευθύνονται και για αρκετές ασθένειες.
Η πιο διαδεδομένη στον άνθρωπο για την
ταυτοποίηση των βακτηριδίων είναι η
χρώση κατά Gram.
Η τεχνική
της χρώσης κατά Gram
των βακτηρίων, επινοήθηκε από τον Δανό
μικροβιολόγο Christian
Gram
(1853-1938). Βασίζεται στην ιδιότητα των
βακτηρίων να συγκρατούν (Gram
+) ή όχι (Gram
-) μία μπλε χρωστική (το κρυσταλλικό
ιώδες) μετά από μία ήπια κατεργασία
χρωματισμού και αποχρωματισμού. Έτσι
μετά την επίδραση της μπλε χρωστικής,
τα (Gram
+) δεν αποχρωματίζονται όταν επιδράσει
επάνω τους οινόπνευμα ή ακετόνη, ενώ τα
(Gram
-) αποχρωματίζονται και αυτά στη συνέχεια
χρωματίζονται κόκκινα από μία άλλη
χρωστική (τη σαφρανίνη). Η συμπεριφορά
τους αυτή οφείλεται στη σύσταση του
κυτταρικού τους τοιχώματος. Τα (Gram
-) έχουν πιο πολύπλοκο τοίχωμα και γι’
αυτό χρωματίζονται πιο δύσκολα.
2.
Gram
αρνητικά (-) προαιρετικά αναερόβια
βακτήρια
Στην ομάδα
αυτή ανήκουν Gram
αρνητικά
βακτηρίδια τα οποία πολλαπλασιάζονται
τόσο σε αερόβιες, όσο και προαιρετικά
σε αναερόβιες συνθήκες. Εκκρίνουν το
ένζυμο καταλάση ώστε να χαρακτηρίζονται
θετικά στη δοκιμή της καταλάσης εκτός
από το είδος της Shigella
sp.
Όταν πολλαπλασιάζονται σε κατάλληλα
θρεπτικά υποστρώματα παράγουν συνήθως
αέριο. Υπάρχουν όμως και μη αεριογόνα
στελέχη, όπως και μη αεριογόνα μεταλλαγμένα
βακτηρίδια. Τα περισσότερα είδη είναι
κινητά.
Τα
βακτηρίδια της ομάδας αυτής, δεν είναι
δυνατόν να διαχωριστούν μεταξύ τους
μορφολογικά σε είδη, εξαιτίας της
μορφολογικής ομοιότητάς τους, με
αποτέλεσμα ο καθορισμός του γένους και
του είδους των βακτηριδίων της ομάδας
αυτής να γίνεται σύμφωνα με τις βιοχημικές
ιδιότητες αυτών.
Ο καθορισμός
του είδους Salmonella
spp
βασίζεται στον ορολογικό καθορισμό των
αντιγονικών συστατικών των βακτηριδιακών
κυττάρων.
Τα γένη
της ομάδας αυτής, κατατάσσονται στις
οικογένειες Enterobacteriaceae,
Vibrionaceae,
Pasteurellaceae
και
σε μια ομάδα γενών αβέβαιης συγγένειας
(Holt,
1974).
3.
Οικογένεια
Enterobacteriaceae
Η οικογένεια
αυτή είναι η μεγαλύτερη ομάδα από τα μη
φωτοσυνθετικά Gram
αρνητικά
βακτήρια. Είναι όλα ραβδοειδή ευθύγραμμα
ή καμπυλοειδή, ορισμένα είναι ακίνητα
ενώ τα περισσότερα κινούνται με μαστίγια
που μπορεί να είναι περίτριχα, πολικά
ή μεικτού τύπου (πολικά και περίτριχα).
Η κατανομή της δίνει τη δυνατότητα
διάκρισης αυτών των βακτηρίων με την
προαιρετική αναερόβια ανάπτυξη.
Σε
αναερόβιες συνθήκες η ενέργεια προέρχεται
από τη ζύμωση σακχάρων ενώ σε αερόβιες
συνθήκες, για την οξειδωτική αναπνοή,
χρησιμοποιείται μεγάλη ποικιλία
οργανικών ενώσεων (οργανικά οξέα,
αμινοξέα, υδατάνθρακες). Ο πιο συνηθισμένος
τύπος ζύμωσης στα εντεροβακτήρια είναι
η ζύμωση μείγματος οξέων (mixed
acid
fermentation)
με την οποία σχηματίζονται τα οξέα
γαλακτικό, οξικό, ηλεκτρικό και μυρμηγκικό
(ή CO2
και H2)
καθώς και αιθυλική αλκοόλη (Holt,
1974).
Τα
περισσότερα είδη αναπτύσσονται καλά
στους 37°C.
Ωστόσο πολλά είδη αναπτύσσονται καλύτερα
στους 25-30°C
και είναι συχνά περισσότερο ενεργά
μεταβολικά σε αυτές τις θερμοκρασίες.
Με βάση
κριτήρια βιοχημικά μορφολογικά (τύπος
μαστιγίων) και γενετικά (ομόλογες
αλληλουχίες βάσεων), η οικογένεια
Enterobacteriaceae
περιλαμβάνει τα παρακάτω γένη:
Salmonella,
Escherichia,
Klebsiella,
Yersinia,
Proteus,
Citrobacter,
Edwardsiella,
Shigella,
Enterobacter,
Habnia,
Serratia,
Erwinia,
Arsenophonus,
Budvicia,
Buttiauxella,
Cedecea,
Ewingella,
Kluyvera,
Leclercia,
Leminorella,
Moellerella,
Morganella,
Obesumbacterium,
Pantoea,
Pragia,
Prividencia,
Rahnella,
Tatumella,
Yokenella,
Xenorhabdus.
(Holt,
1974)
Ενδιαφέρον
για την μικροβιολογία παρουσιάζουν
κυρίως τα γένη : Salmonella,
Escherichia,
Klebsiella,
Proteus,Yersinia
και
Erwinia
4.
Γένος
Salmonella
Το γένος
Salmonella
έχει
παγκόσμια εξάπλωση. Απομονώνεται στο
έντερο των ζώων και του ανθρώπου, στα
κόπρανα, στα ούρα, στα τρόφιμα και στις
ζωοτροφές. Η ονοματολογία των ειδών του
γένους Salmonella
είναι
αμφισβητούμενη, δεδομένου ότι η αρχική
ταξινομία του γένους δεν βασίστηκε στη
συγγένεια DNA,
αλλά τα ονόματα δόθηκαν σύμφωνα με τις
κλινικές εκτιμήσεις, π.χ., Salmonella
typhi,
Salmonella
cholerae-suis,
S.
abortus-ovis,
S.
typhimurium,
S.
pullorum,
S.
gallinarum,
S.
enteritidis,
S.
paratyphi,
S.
dublin,
S.bongor
ή
την γεωγραφική θέση που η ασθένεια
εμφανίστηκε. Έχουν περιγραφεί πολλοί
ορότυποι του γένους Salmonella.
Η
οροτυπία κατά Kaufmann-White
που βασίζεται στην παρουσία των Ο, Η και
V
αντιγόνων, διέκρινε 100 διαφορετικούς
ορότυπους το έτος 1941. Σήμερα αυτή η
ταξινόμηση ανά ορότυπο διακρίνει 2463
ορότυπους (Kaufmann,
1966).
Πίνακας
1 .
Είδη,
υποείδη, ορότυποι, και οι συνηθισμένοι
βιότοποί τους ,σχέδιο
Kaufmann-White
Είδη
και υποείδη
σαλμονέλων |
Αριθμός
ορότυπων στα
υποείδη
|
Συνηθισμένος
Βιότοπος
|
S. enterica subsp. enterica (I) |
1454
|
Θερμόαιμα
ζώα
|
S. enterica subsp. Salamae (II) |
489
|
Ψυχρόαιμα
ζώα και το
περιβάλλον
|
S. enterica subsp. Arizonae (IIIa) |
94
|
Ψυχρόαιμα
ζώα και το
περιβάλλον
|
S. enterica subsp. Diarizonae (IIIb) |
324
|
Ψυχρόαιμα
ζώα και το
περιβάλλον
|
S. enterica subsp. Houtenae (IV) |
70
|
Ψυχρόαιμα
ζώα και το
περιβάλλον
|
S. enterica subsp. indica (VI) |
12
|
Ψυχρόαιμα
ζώα και το
περιβάλλον
|
S. bongori (V) |
20
|
Ψυχρόαιμα
ζώα και το
περιβάλλον
|
Σύνολο |
2463
|
Τελικά
διαπιστώθηκε ότι όλοι οι ορότυποι του
γένους Salmonella
αποτελούν
μια ενιαία ομάδα υβριδοποίησης DNA,
δηλαδή ένα ενιαίο είδος που αποτελείται
από επτά υποείδη τα οποία έπειτα
προσαρμόζονται. Για να αποφευχθεί η
σύγχυση με τα γνωστά ονόματα των ορότυπων,
το είδος Salmonella
enterica
προτάθηκε
με τα ακόλουθα ονόματα για τα υποείδη:
enterica
Ι, salamae
ΙΙ, Houtenae
IV,
bongori
Β, diarizonae
IIIb,
arizonae
IIIa,
Indica
V
I
(Holt,
1974).
4.1
Μορφολογία
και ιδιότητες
Στο γένος
Salmonella
ανήκουν
αρνητικά κατά Gram
βακτήρια, κινητά με περίτριχες βλεφαρίδες,
αερόβια ή προαιρετικά αναερόβια. Εξαίρεση
αποτελούν οι S.typhi,
S.paratyphi
και
S.dublin,
που παράγουν ειδικό ελυτροειδές περίβλημα
και οι S.gallinarum,
S.pullorum,
που είναι ακίνητες. Τα περισσότερα είδη
αναπτύσσονται στην ευνοϊκή θερμοκρασία
των 37° C.
Η D
γλυκόζη και άλλοι υδρογονάνθρακες
καταβολίζονται με τη παραγωγή οξέος
και συχνά αερίου. Είναι αρνητικά βακτήρια
στη δοκιμή της οξειδάσης και θετικά
στην δοκιμή της καταλάσης, αρνητικά
στις δοκιμές της ινδόλης και τη
Voges-Proskauer
και θετικά στις δοκιμές ερυθρού του
μεθυλίου και της χρησιμοποιήσεως των
κιτρικών αλάτων του Simmon
(Holt,
1974). Παράγεται H2S
και δεν υδρολύουν την ουρία. Οι
υδρογονάνθρακες που συνήθως ζυμώνονται
είναι οι εξής:
- L-αραβινόζη
- Μαλτόζη
- D-μανιτόλη
- D-μανόζη
- L-ραμνόζη
- D-σορβιτόλη
- D-ξυλόζη
- Τρεχαλόζη.
Οι
υδρογονάνθρακες αυτοί φέρουν σημαντικά
αντιγόνα που είναι συστατικά του κυττάρου
και διακρίνονται στα σωματικά αντιγόνα
(αντιγόνα Ο), βλεφαριδικά αντιγόνα
(αντιγόνα Η) και αντιγόνα κάψας (αντιγόνα
Κ) (Moise,
1978).
α)
Φωτογραφίες σαλμονέλας από μικροσκόπιο
Στο γένος
Salmonella
η
λεπτομερής ανάλυση των αντιγόνων Ο και
Η είχε σαν αποτέλεσμα την αναγνώριση
πολλών εκατοντάδων διαφορετικών
ορότυπων. Ο ορότυπος ενός παθογονικού
στελέχους Salmonella,
αποτελεί δείκτη αναγνώρισης του και
έτσι γίνεται δυνατή η παρακολούθηση
του μικροβίου σε περιπτώσεις μαζικών
τροφικών δηλητηριάσεων. Οι Salmonella
επίσης
ταξινομούνται και σε διάφορους τύπους
με βάση την ευαισθησία τους στους
βακτηριοφάγους. Είναι εξαιρετικά
ανθεκτικές και επιζούν ακόμη και όταν
στερούνται των θρεπτικών συστατικών
των απαραίτητων για το μεταβολισμό
τους. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η
ανθεκτικότητα των Salmonella
σε ορισμένες χρωστικές και χημικές
ουσίες που αναστέλλουν την ανάπτυξη
άλλων βακτηρίων. Αναπτύσσονται σε pΗ
4 έως 9 και σε άλμη πυκνότητας μέχρι 7 έως
8% NaCl.
Όπως σε
όλα τα Gram-αρνητικά
βακτηρίδια, το κυτταρικό τοίχωμα των
Salmonella
περιέχει λιποπολυσακχαρίτες. Με τη λύση
των κυττάρων οι λιποπολυσακχαρίτες
ελευθερώνονται και ενεργούν ως
ενδοτοξίνες. Οι Salmonella
δεν
παράγουν εξωτοξίνες και ο μηχανισμός
παθογένειας τους φαίνεται ότι έχει
σχέση με το Ο αντιγόνο τους που δρα ως
ενδοτοξίνη (Holt,
2000).
4.1.1
Σωματικά
αντιγόνα
Σωματικά
αντιγόνα (αντιγόνα Ο). Είναι λιποπολυσακχαρίτες
και αποτελούν συστατικά του κυτταρικού
τοιχώματος. Τα αντιγόνα Ο είναι ανθεκτικά
και δεν καταστρέφονται από την αλκοόλη
και τα οξέα. Αποτελούνται από διάφορα
αντιγονικά συστατικά που χαρακτηρίζονται
με αραβικούς αριθμούς. Salmonella
με
όμοιο αντιγόνο Ο, αλλά διαφορετικό
αντιγόνο Η, συμπεριλαμβάνονται στην
ίδια οροομάδα, όπως η S.enteritidis
(αντιγόνο
Ο= 1, 9, 12) και η S.gallinarum
(αντιγόνο
Ο= 1, 9, 12) ανήκουν στην οροομάδα D.
Στελέχη με ταυτόσημα αντιγόνα Ο και
ταυτόσημα αντιγόνα Η, θεωρούνται στελέχη
του ίδιου ορότυπου ή του ίδιου είδους.
Επομένως η S.enteritidis
και
η S.gallinarum,
ανήκουν στην ίδια οροομάδα αλλά σε
διαφορετικούς ορότυπους.
4.1.2
Βλεφαριδικά
αντιγόνα
Βλεφαριδικά
αντιγόνα (αντιγόνα Η). Είναι ουσίες
πρωτεϊνικής φύσεως, ευαίσθητες στη
θερμότητα, στην αλκοόλη και στα οξέα.
Τα βλεφαριδικά αντιγόνα κάθε Salmonella
αποτελούνται
από περισσότερα αντιγονικά συστατικά.
Οι διάφοροι ορότυποι του γένους Salmonella
έχουν
διαφορετικό συνδυασμό αντιγονικών
συστατικών, τα οποία σύμφωνα με το σχήμα
Kauffmann-White
χωρίζονται σε δύο είδη που ονομάζονται
φάση 1 (ειδική φάση) και φάση 2 (μη ειδική
φάση). Τα αντιγόνα που ανήκουν στη φάση
1, χαρακτηρίζονται με τα γράμματα του
λατινικού αλφάβητου (a,b,c)
, ενώ τα αντιγόνα που ανήκουν στη
φάση
2, χαρακτηρίζονται με αραβικούς αριθμούς
(1,2,3). Ένας ορότυπος σαλμονέλας είναι
δυνατό να έχει αντιγόνα μόνο της μίας
φάσης, όπως η S.enteritidis,
ή να έχει αντιγόνα και των δύο φάσεων,
όπως η S.typhimurium
και
η S.cholerae-suis.
Οι ακίνητες σαλμονέλες, S.gallinarum
και
S.pullorum,
στερούνται βλεφαρίδων, επομένως δεν
έχουν βλεφαριδικά αντιγόνα.
4.1.3
Αντιγόνα
κάψας
Αντιγόνα
κάψας (αντιγόνα Κ). Τα αντιγόνα αυτά
παρατηρούνται μόνο στους παθογόνους
για τον άνθρωπο ορότυπους S.typhi
και
S.paratyphi.
Είναι αντιγόνα του βακτηριδιακού
ελύτρου, πολυσακχαριδικής φύσεως.
Εμποδίζουν τον προσδιορισμό του αντιγόνου
Ο, επειδή περιβάλλουν το κυτταρικό
τοίχωμα. Για το λόγο αυτό πριν από την
ταυτοποίηση του αντιγόνου Ο πρέπει να
προηγηθεί
καταστροφή
των αντιγόνων της κάψας με κατάλληλο
τρόπο. Από τα περισσότερο γνωστά αντιγόνα
του ελύτρου, είναι το αντιγόνο Vi
(ονομασία που προέρχεται από τη λέξη
Virulent
=λοιμογόνος). Καταστρέφεται υπό την
επίδραση της φαινόλης όταν θερμανθεί
στους 60°C
για μία ώρα. Τα είδη του γένους Salmonella
που έχουν το αντιγόνο Vi
θεωρούνται περισσότερο λοιμογόνα
(Moise,
1978).
4.2
Παθογένεια
Οι μολύνσεις
με τα βακτηρίδια του γένους Salmonella
αποτελούν
τον αιτιολογικό παράγοντα για ποικίλες
οξείες και χρόνιες παθήσεις στα πτηνά.
Τα πουλερικά και τα προϊόντα πουλερικών
αποτελούν τη βασική αποθήκη του γένους
Salmonella
και
αναφέρονται ως η σημαντικότερη πηγή
μόλυνσης Salmonella.
Η απομόνωση των Salmonella
αναφέρεται
συχνότερα στα πουλερικά και στα ζωικά
προϊόντα αυτών από ότι σε οποιαδήποτε
άλλη ζωική πηγή. Το όλο και μεγαλύτερο
διεθνές πεδίο της σύγχρονης βιομηχανίας
προϊόντων πουλερικών έχει δημιουργήσει
νέες και πιο σύνθετες ευκαιρίες για τη
διάδοση του γένους Salmonella
(Vassos,
2004).
Οι
περισσότερες Salmonella
είναι
παθογόνες για τα ζώα και τα πτηνά. Η
σαλμονέλωση θεωρείται ζωονόσος διότι
η ανθρώπινη ασθένεια επέρχεται από τα
μολυσμένα ζώα. Η μετάδοση γίνεται από
την απεκκριτική και τη στοματική οδό.
Tα
ζώα που προσβάλλονται είναι τα πτηνά,
οι χοίροι, τα βοοειδή, τα πρόβατα, τα
άλογα, τα τρωκτικά, όλα τα κατοικίδια
(από σκύλους μέχρι χελώνες και παπαγάλους)
και πολλά άλλα.
Στις
όρνιθες η S.gallinarum
προκαλεί
τον τύφο των ορνίθων και τη λευκή διάρροια
των νεοσσών, ενώ η S.pullorum
προκαλεί
κυρίως τη λευκή διάρροια των νεοσσών.
Στις πάπιες, ιδιαίτερα στους νεοσσούς,
η S.typhimurium
και
κατά δεύτερο λόγο η S.
enteritidis,
προκαλούν σηψαιμία και διάρροια. Στα
περιστέρια σχεδόν αποκλειστικά η
S.typhimurium
variatio
copenhagen,
προκαλεί σηψαιμία ή χρόνια σαλμονέλωση
με κλινικά συμπτώματα εντερίτιδας και
αρθρίτιδας. Χαρακτηριστικό κλινικό
σύμπτωμα είναι η αρθρίτιδα στον αγκώνα,
που εμφανίζεται με διόγκωση και τυρώδες
περιεχόμενο η οποία αποκαλείται
χαρακτηριστικά «κόμπος στο φτερό».
Στο χοίρο,
η S.cholerae-suis
προκαλεί
χρόνιο ή οξύ σηψαιμικής μορφής νόσημα,
ή εντοπίζεται σε ορισμένα όργανα,
προκαλώντας έκδηλα κλινικά συμπτώματα,
όπως διάρροια, βήχα, χωλότητα και
απίσχναση. Επίσης η S.typhimurium
και
η S.
typhi-suis,
συχνά προκαλούν διάρροια στους χοίρους.
Στα βοοειδή, οι S.typhimurium,
η S.Dublin
και η S.enteritidis
προκαλούν
εντερίτιδες, σηψαιμίες και αρθρίτιδες.
Η S.abortus-bovis
προκαλεί
αποβολές στις αγελάδες.
Στο
πρόβατο, η S.
typhimurium
και
η S.
dublin,
σε
ορισμένες
περιπτώσεις προκαλούν εντερίτιδες, ενώ
η S.
abortus-ovis
προκαλεί
12
αποβολές,
οι οποίες στη χώρα μας, αποτελούν πρόβλημα
στην προβατοτροφία. Στο
άλογο,
η S
abortus-
equi
προκαλεί
αποβολές στις φορβάδες, ενώ στους πώλους
σηψαιμία
και απίσχναση. Η S.typhimurium
είναι
σε θέση να προκαλέσει αποβολές στις
φορβάδες,
ωστόσο προκαλεί συχνότερα εντερίτιδες
(Kaufmann,
1966).
β)
Φωτογραφίες σαλμονέλας από μικροσκόπιο
Tα
φίδια, οι σαύρες και κυρίως οι χελώνες
έχουν αναχθεί τα τελευταία χρόνια σε
σημαντική πηγή μόλυνσης από Salmonella
για
τον άνθρωπο. Σύμφωνα με έρευνες το 13%
των περιπτώσεων σαλμονέλωσης που
εντοπίστηκαν το 1996 στη Σουηδία σχετίζονται
με ερπετά. Στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι
ποσοστό 3% των νοικοκυρών διαθέτει ένα
ερπετό. Η σαλμονέλωση εμφανίζεται μετά
από άμεση ή από έμμεση επαφή με τα
περιττώματα των ερπετών. Tα
κρούσματα σαλμονέλωσης στις περιπτώσεις
αυτές είναι αυξημένα στα παιδιά μικρής
ηλικίας, επειδή αυτά έρχονται συχνότερα
σε επαφή με τα κατοικίδια ερπετά και
παράλληλα δεν έχουν αναπτύξει επαρκώς
το ανοσοποιητικό τους σύστημα. Η μετάδοση
της του γένους Salmonella
απευθείας
από ζώο σε ζώο είναι εύκολη, εξαιτίας
της μαζικής τους παραμονής σε συγκεκριμένους
χώρους και της ομαδικής τους διακίνησης.
Σημαντική είναι ακόμη και η συμβολή των
μολυσμένων ζωοτροφών στην μετάδοση της
νόσου στα ζώα (Vassos,
2004).
Πίνακας
2. Ασθένειες
από συγκεκριμένα είδη του γένους
Salmonella spp. σε ζωικά είδη
Είδος
ζώου
|
Είδος
Salmonella
|
Ασθένειες
|
Όρνιθες
|
S.
gallinarum
|
Τύφος
των ορνίθων – Λευκή διάρροια των
νεοσσών
|
S.
pullorum
|
Λευκή
διάρροια
των
νεοσσών
|
|
Πάπιες
|
S.
typhimurium
|
Σηψαιμία
και
διάρροια
(νεοσσούς)
|
S.
enteritidis
|
Σηψαιμία
και διάρροια
(νεοσσούς)
|
|
Περιστέρια
|
S.
typhimurium
variatio
copenhagen
|
Σηψαιμία
ή χρόνια σαλμονέλωση
με
κλινικά συμπτώματα
εντερίτιδας
και αρθρίτιδας
|
Χοιρινά
|
S.cholerae-suis
|
Χρόνιο
ή οξύ σηψαιμικής μορφής
νόσημα,
διάρροια, βήχα,
χωλότητα
και απίσχναση
|
S.
typhimurium
|
Διάρροια
στους
χοίρους
|
|
S.
typhi-suis
|
Διάρροια
στους
χοίρους
|
|
Βοοειδή
|
S.
typhimurium
|
Εντερίτιδες,
σηψαιμίες
και
αρθρίτιδες
|
S.
enteritidis
|
Εντερίτιδες,
σηψαιμίες και
αρθρίτιδες
|
|
S.dublin
|
Εντερίτιδες,
σηψαιμίες και
αρθρίτιδες
|
|
S.abortus-bovis
|
Αποβολές
στις αγελάδες
|
|
Πρόβατα
|
S.
typhimurium
|
Εντερίτιδες
|
S.dublin
|
Εντερίτιδες
|
|
S.abortus-ovis
|
Αποβολές
|
|
Άλογα
|
S.abortus-
equi
|
Αποβολές
στις φορβάδες, ενώ
στους
πώλους σηψαιμία και απίσχναση
|
S.
typhimurium
|
Αποβολές
στις φορβάδες,
εντερίτιδες
|
Όσον αφορά
την S.Typhi
και
S.
Paratyphi
,
πηγή μόλυνσης αποτελούν τα άρρωστα
άτομα, οι φορείς και το νερό. Όσον αφορά
τις ζωονοσογόνους σαλμονέλες, αυτές
δηλαδή που μεταδίδονται από τα ζώα στον
άνθρωπο, πηγή μόλυνσης αποτελούν τα
προϊόντα
ζωικής προέλευσης που προέρχονται από
μολυσμένα με
σαλμονέλα
ζώα και κυρίως τα αυγά και το κρέας των
πουλερικών και
κατά δεύτερο λόγο το κρέας του χοίρου
και το βοδινό κρέας ,το γάλα και προϊόντα
του, καθώς και όλα τα τρόφιμα που
επιμολύνονται
κατά
τη διάρκεια της επεξεργασίας ή συντήρησής
τους (όταν δεν τηρούνται οι κατάλληλες
θερμοκρασίες αποθήκευσης των τροφίμων
ή στις περιπτώσεις που τα τρόφιμα δεν
έχουν μαγειρευτεί επαρκώς), τα ασθενή
άτομα και οι φορείς ,το μολυσμένο νερό
και τα μολυσμένα αντικείμενα.
Οι
S.Typhi
και
S.Paratyphi
προκαλούν
τον τυφοειδή πυρετό, ένα πολύ σοβαρό
και συχνά θανατηφόρο νόσημα, κυρίως των
υπανάπτυκτων χωρών.
Οι
ζωονοσογόνοι ορότυποι είναι υπεύθυνοι
για την πρόκληση τροφικών δηλητηριάσεων
(σαλμονελώσεις) στον άνθρωπο ,με ποικιλία
στην ένταση των συμπτωμάτων. Στις
λιγότερο σοβαρές περιπτώσεις τα
συμπτώματα είναι ήπια (συνήθως μόνο
διάρροια), ενώ οι σοβαρότερες περιπτώσεις
εκδηλώνονται με πυρετό, εμετό, στομαχικό
πόνο, αδυναμία και αφυδάτωση. Σε αυτές
τις περιπτώσεις, εάν δεν χορηγηθεί
κατάλληλη θεραπευτική αγωγή , μπορεί
να καταλήξουν ενδεχομένως σε θάνατο
των ασθενών, ιδιαίτερα των ευπαθών
ομάδων (μικρά παιδιά, ηλικιωμένοι, άτομα
σε ανοσοκαταστολή). Στην ευρωπαϊκή ένωση
για το 2006 αναφέρθηκαν 160.649 επιβεβαιωμένα
κρούσματα με ποσοστό εμφάνισης 34.6
περιπτώσεων ανά 100.000 πληθυσμού. Υπήρξε
ωστόσο μια μείωση κατά 7,6 % σε σχέση με
το 2005. Οι S.Enteritidis
και S.Typhimurium
αναφέρονται πιο συχνά στις περιπτώσεις
αυτές. Άτομα των ηλικιών 0-4 και 5-14
αποτελούν την πλειονότητα των περιστατικών.
4.3
Μέτρα
προφύλαξης
Tα
μέτρα που προτείνονται για τον περιορισμό
της παρουσίας του γένους Salmonella
και
την αποφυγή των τροφολοιμώξεων είναι
πολλαπλά. Αυτά εκτείνονται από ελέγχους
των
Κρατικών Υπηρεσιών και Προγράμματα σε
Εθνικό και Διεθνές Επίπεδο με
ρεαλιστικά
κριτήρια και ανάλυση στατιστικών
δεδομένων, μέχρι απλές ενέργειες που
πρέπει
να έχει υπόψη του ο κάθε άνθρωπος . Έτσι
διακρίνουμε τα παρακάτω ζωοτεχνικά
μέτρα:
- Εκπόνηση Προγραμμάτων σε Εθνικό Επίπεδο πρόληψης της μετάδοσης της Salmonella στα ζώα και στα πτηνά. Συγκεκριμένα η εκρίζωση των παθογόνων για τα πουλερικά S.gallinarum και S.pullorum που αποτελούσαν το κύριο πρόβλημα της εντατικοποιημένης πτηνοτροφίας στις ανεπτυγμένες χώρες, επιτεύχθηκε εν μέρει με ένα συντονισμένο πρόγραμμα υγειονομικών μέτρων, με ταυτόχρονο έλεγχο τιτλοποίησης αντισωμάτων και θανάτωση των μολυσμένων πατρογονικών σμηνών. Στη χώρα μας, παρά το ότι η μείωση των κρουσμάτων είναι σημαντική, η συχνότητα των υπευθύνων οροτύπων Salmonella παραμένει υψηλή συγκριτικά με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Tα πατρογονικά σμήνη των πουλερικών και τα εκκολαπτήρια αποτελούν τα πιο σημαντικά σημεία ελέγχου για την πρόληψη των σαλμονελώσεων στα πτηνά (Vassos, 2004).
- Παραγωγή ζώων ελεύθερων από ειδικά παθογόνα μικρόβια, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και η Salmonella (specific pathogen free).
- Αντιμετώπιση των ασθενειών με χρήση κατάλληλων φαρμάκων.
- Προληπτική υγιεινή των ζώων και των πτηνών και του περιβάλλοντος στους στάβλους και τις φάρμες.
- Έλεγχος των ζωοτροφών.
- Αποτελεσματικός έλεγχος πριν την σφαγή των ζώων και των πτηνών.
- Πληροφοριακή σύνδεση των ευρημάτων των σφαγείων με όλο το κύκλωμα
παραγωγής
και διακίνησης του κρέατος (Εθνικό και
Διεθνές Επίπεδο).
- Σωστό πλύσιμο των χεριών πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την παρασκευή φαγητών.
- Γρήγορη ψύξη των έτοιμων για κατανάλωση τροφίμων μετά την τοποθέτησή τους σε μικρούς περιέκτες.
- Καλό ψήσιμο των τροφίμων ζωικής προέλευσης κυρίως πουλερικών, χοιρινών, προϊόντων αυγών και φαγητών που περιέχουν κρέας.
4.4
Βιοχημικές
ιδιότητες και εργαστηριακή διάγνωση
Μέχρι
σήμερα δεν έχει βρεθεί μέθοδος που να
είναι αρκετά ευαίσθητη ώστε να μπορεί
να χρησιμοποιηθεί για την απομόνωση
όλων των ορότυπων του γένους Salmonella από
τα διάφορα ύποπτα δείγματα (π.χ. τρόφιμα,
περιττώματα). Ανεξάρτητα όμως από τη
γενική αυτή διαπίστωση και τις επιμέρους
διαφορές στις τεχνικές και τα υποστρώματα,
η μεθοδολογία που εφαρμόζεται σήμερα
για την αναζήτηση των σαλμονέλων στα
διάφορα δείγματα περιλαμβάνει δύο
στάδια (Thatcher & Clark, 1968).
Στο πρώτο
στάδιο γίνεται η απομόνωση των βακτηριδίων
με τη
χρησιμοποίηση
:
- Υγρών μη εκλεκτικών εμπλουτιστικών υποστρωμάτων.
- Υγρών εκλεκτικών εμπλουτιστικών υποστρωμάτων.
- Στερεών εκλεκτικών υποστρωμάτων.
Τα
εμπλουτιστικά μη εκλεκτικά υποστρώματα
τα οποία χρησιμοποιούνται σκοπίμως δεν
περιέχουν ανασταλτικούς παράγοντες
για την ανάπτυξη οποιουδήποτε βακτηρίου.
Τα υποστρώματα αυτά βοηθούν τα βακτήρια
να ανανήψουν από μια κατάσταση τραυματισμού
ή φυσιολογικής αδράνειας με την οποία
υφίστανται σε τρόφιμα τα οποία υπέστησαν
θερμική κατεργασία, αποξήρανση, αφυδάτωση,
κατάψυξη, επίδραση εξιονιζουσών
ακτινοβολιών, περιέχουν συντηρητικά,
έχουν χαμηλό pH
ή μεγάλη οσμωτική πίεση.
Έτσι
τα μη εκλεκτικά εμπλουτιστικά υποστρώματα
βοηθούν τα βακτήρια να ξεπεράσουν την
κατάσταση του τραυματισμού ή της
φυσιολογικής τους αδράνειας προτού
υποστούν την επίδραση των τοξικών
παραγόντων που είναι ενσωματωμένοι στα
εκλεκτικά εμπλουτιστικά υποστρώματα
και οι οποίοι θα μπορούσαν να αποβούν
καταστρεπτικοί για μικροβιακά κύτταρα
μειωμένης αντιστάσεως. Είναι ζωτικής
σημασίας να ρυθμιστεί το pH
των υποστρωμάτων αυτών εκ νέου στο
άριστο για την ανάπτυξη των Salmonella,
μετά την προσθήκη του δείγματος-
ενοφθαλμίσματος.
γ)
Καλλιέργεια και αποικίες σαλμονέλας
σε τριβλίο πετρί με υπόστρωμα
Xylose Lysine
Desoxycholate Agar (XLD).
Τα
εκλεκτικά εμπλουτιστικά υποστρώματα
χρησιμοποιούνται για να ευνοήσουν τον
πολλαπλασιασμό των Salmonella σε βάρος άλλων
βακτηριδίων όπως του γένους Colibacillus,
Proteus και Pseudomonas τα οποία συνήθως
υπερκαλύπτουν τις Salmonella, ιδίως όταν
βρίσκονται σε μεγαλύτερο αρχικό πληθυσμό
μέσα στα δείγματα.
Τέλος τα
στερεά εκλεκτικά υποστρώματα περιέχουν
εκλεκτικούς παράγοντες οι οποίοι δρουν
με τον τρόπο που περιγράφεται στην
προηγούμενη παράγραφο, καθώς και δείκτες
που μας επιτρέπουν να διαχωρίσουμε τις
αποικίες που κατά τεκμήριο προέρχονται
από τις Salmonella.
Στον
δεύτερο στάδιο γίνεται η ταυτοποίηση
των βακτηριδίων που απομονώθηκαν με τη
χρησιμοποίηση:
- Βιοχημικών δοκιμών.
- Χρήση πολυδύναμων άντι-Ο και άντι-Η όρων.
- Χρήση μονοδύναμων άντι-Ο και άντι-Η και άντι-Vi όρων.
- Χρήση βακτηριοφάγων σε ορισμένες περιπτώσεις.
4.5
Πλήρης
βιοχημικός έλεγχος
Τα
στελέχη τα οποία με βάση τις δοκιμές
του προκαταρκτικού βιοχημικού ελέγχου
και την οροσυγκόλληση με τους πολυδύναμους
αντι-Ο και αντι-Η ορούς θεωρήθηκαν ως
προκαταρκτικός θετικά για Salmonella,
υποβάλλονται σε πλήρη βιοχημικό έλεγχο
και εξετάζονται ως προς τις δοκιμές του
πίνακα 3 και 4 (Bergey’s
Manual,
2000).
- Οι βιοχημικές δοκιμές γίνονται με χρήση ειδικών υποστρωμάτων, αντιδραστηρίων και τεχνικών.
- Εάν μετά τον πλήρη βιοχημικό έλεγχο το στέλεχος έχει χαρακτηριστικά Salmonella, αποστέλλεται σε ειδικό κέντρο ταυτοποιήσεως σαλμονέλων για την πλήρη ταυτοποίηση του ορότυπου.
Πίνακας
3.Βιοχημικά
χαρακτηριστικά του γένους Salmonella
(Bergey’s
Manual,
1998)
Παραγωγή καταλάσης |
+
|
Δοκιμή οξειδάσης |
-
|
Δοκιμή β-γαλακτοσιδάσης |
D
|
Απαμίνωση φαινυλαλανίνης |
-
|
Ανάπτυξη παρουσία KCN |
+
|
Παραγωγή H2S στο TSI Agar |
+
|
Παραγωγή ινδόλης |
-
|
Παραγωγή ουρεάσης |
-
|
Δοκιμή MR |
+
|
Δοκιμή VP |
-
|
Χρησιμοποίηση κιτρικών αλάτων |
+
|
Αναγωγή νιτρικών αλάτων |
+
|
Χρησιμοποίηση μηλονικού Na |
D
|
Υδρόλυση της ζελατίνης |
D
|
Δοκιμή κινητικότητας |
+
|
Αποκαρβοξυλίωση λυσίνης |
+
|
D=
Τα διάφορα είδη του ίδιου γένους δίνουν
διαφορετικές αντιδράσεις.
d=
Τα διάφορα στελέχη του ίδιου είδους ή
ορότυπου δίνουν διαφορετικές αντιδράσεις.
Πίνακας
4.
Βιοχημικά
χαρακτηριστικά του γένους Salmonella
(Bergey’s
Manual,
1998)
Αποκαρβοξυλίωση αργινίνης |
+
|
Αποκαρβοξυλίωση ορνιθίνης |
+
|
Ζύμωση γλυκόζης (παραγωγή αερίου στους 37 ° C) |
+
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Αδονιτόλης |
-
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Αραβινόζης |
+
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Δουλσιτόλης |
D
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Εσκουλίνης |
-
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Ινοσιτόλης |
d
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Λακτόζης |
D
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Μαλτόζης |
+
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Μαννιτόλης |
+
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Ξυλόζης |
+
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Σαλικίνης |
-
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Σορβιτόλης |
+
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Σακχαρόζης |
-
|
Ζύμωση με παραγωγή μόνο οξέος της : Τρεαλόζης |
+
|
D=
Τα διάφορα είδη του ίδιου γένους δίνουν
διαφορετικές αντιδράσεις.
d=
Τα διάφορα στελέχη του ίδιου είδους ή
ορότυπου δίνουν διαφορετικές αντιδράσεις.
4.6
Επιστήμη
και σαλμονέλα
Το
βακτήριο της σαλμονέλας θα μπορούσε
μελλοντικά να χρησιμοποιηθεί στον
πόλεμο κατά του καρκίνου, καθώς Ιταλοί
επιστήμονες ανακάλυψαν ότι μπορεί να
ενεργοποιεί τον αμυντικό μηχανισμό του
οργανισμού και έτσι να βοηθά στην
καταστροφή των καρκινικών κυττάρων. Οι
ερευνητές του πανεπιστημίου και του
Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Ογκολογίας του
Μιλάνου, υπό τη δρα Μαρία Ρεσίνιο,
αναφέρουν ότι η μέθοδός τους όχι μόνο
καταπολεμά τους όγκους, αλλά επίσης
"εμβολιάζει" τον οργανισμό έναντι
πιθανής μελλοντικής ανάπτυξης νέων
καρκινικών κυττάρων.
Τα
καρκινικά κύτταρα είναι άκρως επικίνδυνα,
επειδή μπορούν να ξεφεύγουν από το
"ραντάρ" του ανοσοποιητικού
συστήματος, που συνήθως καταπολεμά
αυτές τις κυτταρικές ανωμαλίες. Χάρη
όμως στην παρουσία των βακτηρίων της
σαλμονέλας, τα καρκινικά κύτταρα γίνονται
"ορατά" στα κύτταρα του ανοσοποιητικού
συστήματος και έτσι πιο ευάλωτα στις
επιθέσεις του. Οι Ιταλοί επιστήμονες
δοκίμασαν την τεχνική τους σε ποντίκια
και σε ανθρώπινα κύτταρα στο εργαστήριο.
Τα πειράματά τους εστιάστηκαν σε όγκους
του δέρματος που προκαλεί το θανατηφόρο
μελάνωμα, αλλά η μέθοδος θα μπορούσε να
εφαρμοστεί και σε άλλες μορφές καρκίνου.
Η σαλμονέλα
βρίσκεται σε πολύ χαμηλή δόση, ώστε να
μην προκαλεί προβλήματα στον οργανισμό,
και δρα ως "καμπανάκι" που "δείχνει"
στον αμυντικό μηχανισμό την ύπαρξη των
όγκων. Όπως φάνηκε από τις δοκιμές, τα
ανοσοποιητικά κύτταρα μπόρεσαν με τον
τρόπο αυτό να αναγνωρίσουν τα καρκινικά
κύτταρα και να τα καταστρέψουν, ενώ
προστάτεψαν τα ποντίκια για να μην
εξαπλωθεί ο καρκίνος σε άλλα μέρη του
σώματός τους. Οι ερευνητές ελπίζουν ότι
θα μπορέσουν τελικά να δημιουργήσουν
ένα νέο είδος φαρμάκου, στην κατηγορία
των φαρμάκων "ανοσοθεραπείας", στα
οποία τελευταία στρέφονται όλο και
περισσότερο οι επιστήμονες για τη μάχη
κατά του καρκίνου, προσπαθώντας να
κινητοποιήσουν πιο αποτελεσματικά τις
δυνάμεις άμυνας και αυτοπροστασίας του
ίδιου του οργανισμού.
Βιβλιογραφία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου