Ιπιστουλή στουν προυθιπουργό τς χώρας Αντόνι Σαμαρά
(Δια χειρός Αλιθέρση)
Αξιότιμι κ. Προθιπουργέ, ισθάνουμι τν ανάγκη να σι γράψω και να σι ικθέσω ούλα ούσα σιμβέν στου χουριό. Είμι η Κώτσιους απού χουριό του Όλυμπου, ξέρς ισί. Όταν ήρθις κι μίλτσις στα γραφεία τς πιριουχίς μας, ινουό τς Νιέας Διμουκρατίας, ίμαν κι ιγώ ικί. Θιμάσι τι ζηστί χιραψία πίραμι; Του έμαθαν τότι ούλι οι χουριανί κι ζήλιψαν.
Ξέρς ιδό στου χουριό έπιασι χιμόνας κι αρχίντσαμι να ανάβουμι τς σόμπες. Ιφτιχός η γναίκαμ, η Λέγκου, πρόβλιψι κι διεν πέταξι τ’ σόμπα που ίχαμι απου πουλί παλιά. Στου σπίτι, βέβια, έχουμι καλουριφέρ μι θιρμουστάτι κι λέβιτα πιτριλέου αλλά πιτρέλιου δεν έχουμι. Η Λέγκου κάθι βράδι ανάβι τ σόμπα απού λίγου, γιατί δεν έχουμι κι πουλά ξίλα.
Διεν φτάνι του κρύου που έχουμι στου σπίτι, πρόιδρε, έχου κι τ’ Λέγκου που μι γκρινιάζι. Η σύνταξι λέι διεν φτάνι για τίπουτα κι έχουμι κι του πιδί μας του Γίωρη άνιργου. Οι θκίς οι βουλιφτές, μι λέει, δεν φκιάν τίπουτα. Μόνι ιπουσχέσις ίνι. Ισί, μι λέι η Λέγκου, έτριχις μέρα νίχτα, για να τς βγάλις βουλιφτές, τώρα σι ξέχασαν κι λέν ότι θα διορίσν τουν Γιώρη άμα ξαναβγούν στς άλις στς ικλουγές. Μιγάλι ψέφτις ίνι να τς πις.
Η Γιώρς τώρα κατέφκι στ’ Σαλουνίκι μίπους βρι ικί καμιά δλιά. Κατικάι σι έναν γνουστό μας. Προυχτές που μι τηλιφόντσι μι ίπι πατέρα βρίκα μια καλή δλιά. Θα γίνου ντιλίβιρις. Χριάζουμι όμους μιχανάκι κι δίπλουμα. Ιγώ απόρσα. Τι χριάζιτι του ντιλίβιρις μιχανάκι; Του ίπα κι στ’ Λέγκου. Αυτή πουλί ανισίχσι. Κώτσιου, μι λέι, δεν μαρέζν αυτα τα πράματα, καπιου λάκου έχι η φάβα.
Σι ζάλτσα βέβια, πρόιδρε, μι τα θκάμας. Να σι πω ιπίσις ότι σι καμαρώνου κάθι φουρά πσι βλέπω σν τηλιόρασι. Ντιρέκι ίσι κι εχς ένα χαμόγελου να! Πουλί μιτράς! Έμαθα ότι ισί μι τ’ γνέκας ίστι νικουκιρέι, έχιτι πουλά ακίνητα, γι αυτό θέλτι να νικουκιρέψτι κι ιμάς, στν κυριουλιξία να μας σώστι.
Ψες, πρόιδρε, που κατέφκα σν πόλι κι βρίκα τς θκίμας τς άχριστι τς βουλιφτές κι τς ρότσα για τ’ φόρου τ’ακινίτου μι ίπαν ότι δεν ξέρν τίπουτα. Η Στουρνάρας μόνου ξέρι, μι ίπαν. Ιμίς ψίφίζουμι στ’βουλί ότι αυτός μας λέι.
Πρόιδρι, ιγώ θέλου να μάθου, απιφθίας απτισένα, γιατί η Στουρνάρας μιτά τς ικλουγές μας παρουσιάστκι, τι τιλικά ισχίι; Μι ρουτούν οι χουριανοί κι διεν ξέρου τι να τς πω. Μι λεν ισένα ακουσάμι κι ψίφσαμι τν Νιέα Δημουκρατία, εχς ιφθίνες κισί.
Ιπιδί πρέπι να τς απαντίσου ιπέφθινα, ρουτό ισένα πρόιδρι. Οι στάβλι οι άδιι φουρουλουγούντε του ίδιου μι τς γιμάτι μι ζώα; Ιμένα ι στάβλους ίνι άδιος ίδώ κι μία ικουσαϊτία. Διεν παράγι τίπουτα. Η καμπινές που έχουμι έξου απ του σπίτι φουρουλουγίτι ξιχουριστά; Οι κότις; Έχουμι ξερς πουλές κότις στου χουριό. Η κόσμος ανησιχάι. Κάτι αντίπαλί μας διαδίδν ότι θα φουρουλουγιθούν κι τ’ αβγα. Διεν πιστέβω ναλιθέβι αφτό;
Κι μη τν ιφκιρία που τα αναφέραμι, θα σι στήλου έναν κόκουτα, για να σι φκιάσι η γνέκας σούπα κι φρέσκα αυγά για να τν ξιστίς. Κι άμα έχι υπουμουνί κι τουν κάνι γιμιστό μι ρίζι κι σκότια, τότι δεν σι λέω τίπουτα! Θα γλίφς κι τα δάχτυλας .Να ξέρς ιμίς μόνου καλαμπούκι τς ταίζουμι τς κότις. Ίνι ικουλουγικές.
Τώρα πρόιδρι ιπιδί σι έχου μιγάλι ιμπιστουσίνι θα σι πω κι κάτι αφστιρώς προυσουπικό. Η Λέγκου, η γνέκαμ, μι γκρινιάζει κι για έναν ιπιπλέον λόγου. Μι τσιγκλάι συνέχια, δηλαδή για να του καταλάβς, μι προυκαλάι σιξουαλικά, αλά ιγώ διεν μπουρώ να ανταπουκριθώ. Μι αυτό του κρύου πρόιδρε του ιργαλίου διεν τφικάι. Τ’ λέου του καλουκέρι κι να δούμι αν τφικίσι. Διεν έχου γλέπς κι καλή ψυχουλουγία, για οικονουμικούς λόγους.
Κι για να μην του ξεχάσου. Ούλις οι γνέκις στου χουριό εχν του ίδιου πρόβλημα μι τς αντριτς. Θελτς η κακή ψυχολουγία, θελτς του κρύου, θελτς η κακί διατρουφί, δεν μπουρούμι να τς ικανοποιήσουμι. Γι αυτό πρόιδρι μη φκιάνς ικλογές του χειμώνα. Καμια γνέκα δεν θα μας ψηφίσι χειμώνα. Του καλουκαίρι κι να δούμι.
Ισένα πρόιδρι, μι όλου του θάρους τς γνωριμίας μας βέβια, να ρουτήσου. Σι τσιγκλάι καθόλου η θκιάς; Ισίς ικί έχιτι κι ζιέστα. Φαντάζουμι ότι έβαλέτι πιτρέλιου για του χειμώνα. Πάντους, αμα σι τσιγκλάι μι χαντς τν ιφκιρία. Να μας βγάλτς ασπρουπρόσουπι. Τα προυβλίματα του κράτους ας πιριμέν κι λίγου. Δεν ακούς στν τηλιόρασι που λιεν, στα τηλιπιχνίδια, σι αυτές τς επιστιμονικές τς ικπουμπές, ότι του σεξ ίνι ιγία;
Ίπα για ντιλιόρασι κι θυμίθκα να σι πω ότι στου χουριό έχουμι ικόνα τζιάμι. Ιγώ γλέπω κιρίως Σκάι. Αυτός ο Προτοσάλτες πουλί μι αρέζι. Λέι τα πράματα όπως ίνι. Κι η Τρέμι στου Μέγκα δεν λέου καλή ίνι. Αφτί μι αρέζι κι σαν γνέκα αλά δεν του λέου τ’ Λέγκου, γιατί ζλέβι.
Δεν σι κρίβου πρόιδρε ότι κάνου πουλί μιγάλι χαρά κι με τα ιβρουπαϊκά κανάλια που μας έβαλες. Τζιάμι τα πιάνουμι κι αυτά. Του μπι πι σι, του τουβου πέντι, του ντότσι βέλι. Μπουρί να μιν ξέρου ιβρουπαϊκά αλά πουλί μι αρέζι να τα βλέπου, κιρίους όταν κιμάτε η Λέγκου κι διεν γκρινιάζι. Ισθάνουμι τότι ιβρουπέους.
Μι τιν ιφκιρία πρόιδρε να σι πω κι αφτό. Καλά έκανιες κι τν εκλισες τν ΕΡΤ. Αφτί ικί του παραξίλουσαν. Διεν φτάνι που έκαναν οτι ίθιλαν σαν να ίταν θκότς βιλαέτι η τηλιόραση, πρόβαλαν λέι κι τουν πουλιτισμό. Κάποιοι κιόλας ίχαν κι άποψι. Ιπιτρέπουντι στς μερες μας αυτά τα πράματα; Κι ιγώ νόμιζα ότι η τηλιόρασι ήταν λαϊκί πιριουσία. Άσι που ιπιβάριναν δραματικά κι τουν προυιπουλουγισμό τς χώρας. Πουλί καμάρουσα τουν Κιδίκουγλου όπος τς τα είπε.
Όμως ιδώ έχου κι μία ένστασι. Γιατί τόσοι μήνες τα Ματ ίσαν σι αδράνια; Διεν έπριπι να μπούν μέσα και να τς σιλάβουν αυτί τς μάγκες απ τν πρώτι στιγμί; Κι μιτά, ίστιρα απού πέντι μίνις, μόνο μι μία χειρουπέδα ασφάλισαν τν ίσοδου; Δεν έπρεπε τλάχιστον να βάλν πέντι; Δεν ξέρς τι είνι αυτοί. Μπουρί να ξαναμπούν μέσα. Τέλους πάντουν. Τέλους καλό ούλα καλά π’ λέι κιου λαός.
Τώρα πιριμένουμι πως κι πως να δούμι κι τ’ διμόσια τιλιόρασι. Αμα θέλτς να μι ακούσις, στου κιντρικό δελτίου να βάλτς τουν Προυκόπι μαζί μι του Διουνίσι κι διιφθιντί τουν Ιμίλιο τουν Λέτσιου. Αυτός ίνι έμπιρους κι έχι του νουτ κι θα μας βάζι κι κανένα σιξουαλικό έργου, αυτό μι του ίπι η Λέγκου να στου ζιτίσου, όμους άμα ανταμώσουμε να μην τς τουπίς ότι στου ίπα. Θα θιμόσι πουλί.
Στου σπίτι πρόιδρε όπος κι σι κατάλαβις μι τ’ Λέγκου τα πράματα ίνι πουλί δίσκουλα. Αυτή συνέχεια μι γκρινιάζι. Κι καπ’ μιταξί μας έχι κι δίκιου. Ιγώ όμους πρέπι σινιχός να μι μιλάω, γιατί θα τσακουθούμε.
Στου καφινίου, αν κι έχι ζέστι, κι κι τα πράματα δεν ίνι καλίτιρα. Άσι που κι κάθι μέρα η ικουγινιακός προυιπουλουγισμός δεν αντέχι καφέ. Βρίσκουμι σι λέω σι αδιέξουδο. Κι διεν φτάνι αυτό. Πρέπι να δίνου κι ιξιγίσεις στς άλι. Ισί, μι λεν, μας έβαλις κι ψίφσαμι Νιέα Διμουκρατία. Άλλα μας έλιγις πριν κι τώρα γλέπς τι γίνετε. Κι εγώ τι να τς πω τώρα, η θέσιμ ίνι δίσκουλι. Τς ιπα προυικλουγικά ότι θα ανιβούν οι συντάξεις κι αυτές πεφτν βουλίδα κασιακάτ. Τς ίπα θα μιουθί η ανιργία κι αυτή ανηβένι βουλίδα κασιαπάν. Τς ίπα θα ρθί γιατρός στου χουριό κι η Άδουνις ξάι τα τέτιατ κι πλάι βιβλία.
Πρόιδρε, η ζουήμ κι στου καφινίου κατάντσι μαρτίριου. Προυτιμό του κρίου κι τ’ γκρίνια τς Λέγκους. Κασιά πού να κάμου δεν ξέρου. Κάθι μέρα η ζουήμ ίνι ένας ιφιάλτς.
Μι λεν. Πλάς ισί του σπίτις κι μιτά πας να του νικιάιζ από αυτόν που τσου πούλτσις; Ινουούν βέβια τα ικουσιουχτώ διμόσια κτίρια που πούλτσαμι τιλιφτέα.
Τς λέου. Τι δλια έχι του κράτους να σιντιράι τα κτίρια; Τα σιντιράν οι ιδιουχτήτες κι του κράτους τα βρίσκι έτοιμα. Τι ίνι του κράτους, τς λέου, ιπιχιριματίας; Του κράτους ίνι για τουν πουλίτι. Κι στου κάτου-κάτου οι θκιές μας οι τράπιζις τα πηραν. Άρα θκάμας είνι πάλι. Κι δεν θέλτι να καταλάβιτι τς λεω ότι οι τράπιζις ίνι μουχλός ανάπτιξις, όπους σινέχια λέι κιου προυθυπουργός μας;
Μι λεν δεν γλεπς ότι οι θκίς πούλτσαν ούλι τ’ χώρα στς ξένοι; Ότι δεν άφσαν τίπουτα όρθιου; Κι έδουσαν κι τς δρόμοι πισκέσι στουν Ντόντουλα, τουν ιθνικό μας ιβιργέτι, όχι, ιργουλάβου ίπαν.
Τς λέου. Τι μασλάτια είνι αυτά που λιέτε; Δεν αντρεπισέστι λίγου; Προυδότς ίνι η κιβέρνισι; Ιδώ πρόιδρε δεν ξέρου τι να τς πω, αδινατό να τς απαντίσου πιριτέρου.
Μι λεν δεν γλέπς ότι μι τα χαράτσια, μι τν ανιργία, μι τς σιντάξις και τς μισθοί που κόβν, κι μι τάλα παν να μας πάρν τα σπίτια, τα χουράφια κι τς πιριουσίες;
Τς λέου. Έχν οι ιβρουπέι πιριουσίες; Οι πιρισότερι δεν έχν. Ισίς θέλτι να έχιτι πιριουσίις να ίστι κι ιβρουπέι; Έτσι δεν γίντι. Άμα θέλουμι πιριουσίις θα μας διοξν απ τν ιβρόπι κι ίστιρα θα βρουν ιφκιρία να ρθουν οι κουμουνιστές να μας βιάσν τς γνέκις κι να τς φάξν μιτά. Κι ίστιρα να μας παρν κι τα σπίτια κι τς πιριουσίες. Έτσι δηλαδή θέλτι; Ιμίς άμα ίμασταν ιντάξι έπριπι να τα παραδώσουμι ούλα στα αφιντικά, αυτοί έχν πιρισότιρου μιαλό απ’ τι ιμάς. Αυτοί μόνου ξερν να τα διαχειριστούν σουστά, για να έχουμι ανάπτυξι. Μόνου με τν ανάπτυξι θα σουθούμι, οπους σινιχώς λέι κι ο προυθυπουργός.
Μι λεν ότι κι ισίς κλέβιτι. Ίδό ιξαγριόνουμι. Τι λέτι ρε, τς λέου, καθόλου δεν αντρέπιστι; Δεν βλέπιτι τουν προυθιπουργό πόσου αδίνατους ίνι; Μπουρί αυτός ου άνθρουπους να κλέβι; Δεν βλέπιτι τς θκίσας πως γίγκαν σαν γρούνια. Πρόιδρε μήπους πρέπι να διατάξ έριβνα; Πού τα βρίσκν αυτοί κι τρων τόσου πουλί; Ισί πρόιδρι γίγκις σκλέντζα κι ιπιδί ανυσιχώ θα σι ρουτήσου. Δεν έχς όριξι ή δεν έχς να φας; Ιφτιχώς σέμινι του χαμόγιλου.
Μι λεν κάποιι πουνιρί στου καφινίου ότι πριν έβαζάμι καπνά, τέφλα κι άλλα παραδουσιακά προυιόντα κίχαμι κι δλιά, εβγαζάμι κι λιφτά. Τώρα αυτά μας τα σταμάτσι ούλα η ιβρουπαϊκί ένουσι.
Τς λέου, λίγι σας πέφτι ρε η γιρμανική η ζάχαρι; Ίχαμι ιμίς πουτέ τέτοια ψιλί άσπρι ζάχαρι; Τς λέου, ότι του κάπνισμα βλάπτι σουβαρά τν ιγία. Δεν του ξέρτι δηλαδίς αυτό; Τι τουν θέλουμι τουν καπνό; Η ιβρουπαϊκή ένουσι για να μας προστατέψι του έκανι. Γι αυτό τουν φουρουλουγί ιψιλά κιόλας. Ξέρτι τι λιφτά μαζόνι η χώρα απ’ αυτή τ’ φουρουλουγία κι ούλα τα δίνι σι αυτούς που τς τα χρουστούμι για να ίμαστι ιντάξι στς ιπουχριόσις. Μέχρι κι Μιερκιλ μας λέι μπράβο αλα κι ή άλι η όμουρφη, η τσαχπίνα του Δντ, δεν θιμούμι πος τλεν.
Ιμίς, τς λέου κι βάλτι του καλά στου μιαλό σας, εβαλάμι ιγιινά προυυιόντα. Μέντα, τσιάι, ρίγανι, λιβάντα. Ιμένα η Λέγκου κάθι μέρα μι πασαλίβι τν πλάτι μι λάδι απου λιβάντα. Ξέρτι πόσο μι ανακουφίζι; Έσπιράμι κι Γκότσι. Μπουρί να μην έχει μιγάλι παραγουγή αλλά ίνι πλούσιου σι βιταμίνις. Ιξαφανίζι κι τουν προυστάτι. Γιατί δεν τα λιέτε όλα αυτά, τς λέο;
Μι λεν ότι σε καλάει τάχα αυτός ο Τσόμσεν τς τρόικας -ιγώ τν εκτιμώ πουλί τν τρόικα, ινι νικουκιρέι οι άνθρουπι- κι συ πας τρέχοντας να τουν συναντίς κι δεν σι λέει ούτι κάτσι. Μι λέν ότι τάχα αυτός κάθιτε μι του πούρου στν πουλυθρόνα και συ όρθιους σούζα τν ακούς κι λες ούλου μάλιστα μι υπόκλισι κι βάζς κι του χέρι στν κλιά. Ιγώ τς λέου αποκλίιτι ι προυθυπουργός μας δεν ίνι ουσφυουκάμπτς.
Μι λεν τάχα οτι όταν πήγις στ Γιρμανία ότι δεν σε συνάντσι η Μιέρκιλ -κι αυτή η γνέκα πουλί μαρέζι- κιότι σι ίδι ικί τάχα ένας γραματέας. Κισί ταχα ίπις ψέματα ότι τ’ συνάντσις. Τς ίπα ακούστι του καλά, η προυθυπουργός μας δεν ίνι ψεύτς, δεν ίνι κλέφτς , δεν ίνι ουσφυουκαμπτς, κι ότι λέι του φκιάνι, ικτός αν δεν συμφέρι τν πατρίδα. Προυέχι η πατρίδα. Αυτό να του βάλτι καλά στου μυαλό σας.
Τς λέου καλά ρε δεν αντρέπιστι ούτι ένα θιτικό δεν βρίσκιτε στν κυβέρνησι; Τι έχιτι να πιτι για του ίντιρνιτ που θα μας στείλι τν άλι βδουμάδα ι προυθυπουργός; Η λόγους γι αυτόν ίνι δέσμιφσι. Κι μάλιστα τς λέου θα του στίλι σι ούλου του λαό κι όχι μόνου τς θκί μας τς ψιφουφόρι. Η Λέγκου στου σπίτι ιτίμασι χώρου για να του βάλουμι. Να ξέρτι αυτό δεν θέλι ούτι κρύου ούτι ζέστι, για να διατιριθί. Τς λέου ιμίς στου σπιτι θα τρώμι ίντιρνιτ μέρα παρά μέρα.
Πάντους πρόιδρε ήταν λάθους που έβαλάμι τς πασοκτζήδες στν κυβέρνησι. Τώρα ούλοι αυτοί του πέζν αθώες περιστερές κι κάμν κατά του Σίρζα. Σι λέν και κόμα αλάζν και τ’ σιγουριά τς ιβρουπαϊκής ένουσις έχν, κι προυουδευτικοί ίνι κι στα ρουσφέτια έχν ανοιχτό ουρίζουντα. Ούλι αυτοί πρόιδρε γίνγκαν Σίρζα. Η Γιουργάκις Σίρζα, αυτός έχι μέσο κι τσαμερικάνι, η Γκάγκαλος που ίνι σαν βόδι Σίρζα κι αυτός. Η Ρέπας, η Λουβέρδους, η Μπατζιλί, μέχρι κι η θκιάμας η Μαριέτα, ουρέα γνέκα κι αυτή, φλιρτάρι μι του Σίρζα. Κιου Αρσένις -αυτός που, όπους λεν οι πασουκτζήδις, αναμόρφουσι του ικπιδιφτικό σίστιμα- Σίρζα κι αυτός. Η Βινιζέλους ίνι ακόμα πασοκ; Σι ρουτώ.
Πρέπι πρόιδρε να έχουμι τα μάτια μας δικατέσιρα. Πρέπι άμισα να προυβούμι σι διουρισμούς, να διουρίσουμι τα θκάμας πιδιά για να τα συγκρατίσουμι στου κόμα. Αυτόν του γιρμανό που ίνι αφιντικό στς τιλιφουνίις, στουν Ουτέ, δεν τουν ξέρι κανένας απ’ τν κιβέρνισιν να τουν παρακαλέσι να διουρίσι καμιά πινινταριά θκάμας πιδιά στουν Ουτέ; Κι τουν θκόμ τουν Γιώρι ινουίτε. Αλλιώς δεν μας βλέπου καλά προιδρε Ούτι του ιντιρνιτ π’ θα τς βάλουμι μας σώζι, ούτι τίπουτα άλο.
Να ξέρς ότι κι η Ντόρα ίνι φίδι κουλουβό κι αυτή. Δεν στου σχουρνάι αυτό που έκανις τουν πατέρα τς κι τουν γκρέμσις απ’ τν κυβέρνηση. Μη νουμίζ ότι τγλίτουσις ιπιδίς έβαλις τουν Κυριάκου ιπουργό.
Κι για να αλάξουμι θέμα πρόιδρι, αρκιτά σι ζάλτσα κι μι τα εσωκοματικά, να ξέρς ότι ιπάρχι σουβαρό πρόβλημα διατρουφής για τουν πληθισμό. Πουλί ίν ικίνι που ψάχν για τρουφή στα σκουπίδια. Προυχτές ιγώ ι ίδιος προυσουπικά, μι τα ίδιαμ τα μάτια, ίδα έναν στου χουριο, απ’ τν πίνα να πέφτι γκλάρα καταή.
Μι ιπιτρέπς να σι ρουτήσου κι κάτι τηλιφτέο; Αυτοί μη τς τρανές κινούργις τζιπάρες, που δεν τς χουράι ούτι η δρόμους, τι δλιά φκιάν;
Τς ιπα στου καφινίου ότι σι γράφου ιπιστουλί κι σι αναλίου τν κατάστασι. Η Μχάλς η γίτουνας μι ίπι να μη στη στίλου παραδουσιακά. Να τ’ δώσου στου πιδί τ’ που σπουζάζι ιχοιουκαλιεργιτίς για να τν αναρτήσι στου φεσμπουκ κέτσι θα τν μπαρς αμέσους. Η τιχνουλουγία, μι λέι, σίμιρα ίνι πουλί μπρουστά. Τ’ λέου σίγουρα θα τν πάρι η προυθυπουργός που ίνι στν Αθήνα; Όχι μόνο η προυθυπουργός αλλά κι ούλη η κυβέρνησι κι ου Άδουνις που βρίσκιτι στου Καζακστάν για να τς φκιάξι σίστημα υγίας κι να τς πλίσι κι κάνα βιβλίου στουν ιλέυθιρου χρόνου π’ θα έχι.
Ιγώ ινθουσιάστικα κι ρουτώ τουν Μχάλι τι πράμα είνι αυτό του αναρτήσι; Να, είναι κατι σαν κρέμασμα, μι λέει. Θα τν κριμάσι διλαδή του πιδί στου φέσμπουκ κι θα τν δί η προυθυπουργός αμέσους!
Προιδρε σι κούρασα αλλά ίχαμι κιρό να τα πούμε. Να σι πω τιλικά δίχους να θέλω να σι στηνουχουρήσω. Ιδώ η κόσμους ίνι ανάστατους. Φοβάμι πρόιδρε μην ξισκουθί η κόσμος. Φουβάμι μην σας αναρτήσι κι όχι στου φεσμπούκ αλά στν τρανίτηρι τν πλατία τς Αθήνας κι σένα κι ούλη τν κυβέρνησι. Κι ντάλα μισμέρι. Για ισχάτι προυδουσία όπως κάποιι λεν ιδώ στου καφινίου.
Τρίτι δόδικα Νουιμβρίου διο χιλιάδις δικατρία.
(πηγή: Olympia.gr)
Αναδημοσιευση απο ΚΑΛΑΜΙ
(Δια χειρός Αλιθέρση)
Αξιότιμι κ. Προθιπουργέ, ισθάνουμι τν ανάγκη να σι γράψω και να σι ικθέσω ούλα ούσα σιμβέν στου χουριό. Είμι η Κώτσιους απού χουριό του Όλυμπου, ξέρς ισί. Όταν ήρθις κι μίλτσις στα γραφεία τς πιριουχίς μας, ινουό τς Νιέας Διμουκρατίας, ίμαν κι ιγώ ικί. Θιμάσι τι ζηστί χιραψία πίραμι; Του έμαθαν τότι ούλι οι χουριανί κι ζήλιψαν.
Ξέρς ιδό στου χουριό έπιασι χιμόνας κι αρχίντσαμι να ανάβουμι τς σόμπες. Ιφτιχός η γναίκαμ, η Λέγκου, πρόβλιψι κι διεν πέταξι τ’ σόμπα που ίχαμι απου πουλί παλιά. Στου σπίτι, βέβια, έχουμι καλουριφέρ μι θιρμουστάτι κι λέβιτα πιτριλέου αλλά πιτρέλιου δεν έχουμι. Η Λέγκου κάθι βράδι ανάβι τ σόμπα απού λίγου, γιατί δεν έχουμι κι πουλά ξίλα.
Διεν φτάνι του κρύου που έχουμι στου σπίτι, πρόιδρε, έχου κι τ’ Λέγκου που μι γκρινιάζι. Η σύνταξι λέι διεν φτάνι για τίπουτα κι έχουμι κι του πιδί μας του Γίωρη άνιργου. Οι θκίς οι βουλιφτές, μι λέει, δεν φκιάν τίπουτα. Μόνι ιπουσχέσις ίνι. Ισί, μι λέι η Λέγκου, έτριχις μέρα νίχτα, για να τς βγάλις βουλιφτές, τώρα σι ξέχασαν κι λέν ότι θα διορίσν τουν Γιώρη άμα ξαναβγούν στς άλις στς ικλουγές. Μιγάλι ψέφτις ίνι να τς πις.
Η Γιώρς τώρα κατέφκι στ’ Σαλουνίκι μίπους βρι ικί καμιά δλιά. Κατικάι σι έναν γνουστό μας. Προυχτές που μι τηλιφόντσι μι ίπι πατέρα βρίκα μια καλή δλιά. Θα γίνου ντιλίβιρις. Χριάζουμι όμους μιχανάκι κι δίπλουμα. Ιγώ απόρσα. Τι χριάζιτι του ντιλίβιρις μιχανάκι; Του ίπα κι στ’ Λέγκου. Αυτή πουλί ανισίχσι. Κώτσιου, μι λέι, δεν μαρέζν αυτα τα πράματα, καπιου λάκου έχι η φάβα.
Σι ζάλτσα βέβια, πρόιδρε, μι τα θκάμας. Να σι πω ιπίσις ότι σι καμαρώνου κάθι φουρά πσι βλέπω σν τηλιόρασι. Ντιρέκι ίσι κι εχς ένα χαμόγελου να! Πουλί μιτράς! Έμαθα ότι ισί μι τ’ γνέκας ίστι νικουκιρέι, έχιτι πουλά ακίνητα, γι αυτό θέλτι να νικουκιρέψτι κι ιμάς, στν κυριουλιξία να μας σώστι.
Ψες, πρόιδρε, που κατέφκα σν πόλι κι βρίκα τς θκίμας τς άχριστι τς βουλιφτές κι τς ρότσα για τ’ φόρου τ’ακινίτου μι ίπαν ότι δεν ξέρν τίπουτα. Η Στουρνάρας μόνου ξέρι, μι ίπαν. Ιμίς ψίφίζουμι στ’βουλί ότι αυτός μας λέι.
Πρόιδρι, ιγώ θέλου να μάθου, απιφθίας απτισένα, γιατί η Στουρνάρας μιτά τς ικλουγές μας παρουσιάστκι, τι τιλικά ισχίι; Μι ρουτούν οι χουριανοί κι διεν ξέρου τι να τς πω. Μι λεν ισένα ακουσάμι κι ψίφσαμι τν Νιέα Δημουκρατία, εχς ιφθίνες κισί.
Ιπιδί πρέπι να τς απαντίσου ιπέφθινα, ρουτό ισένα πρόιδρι. Οι στάβλι οι άδιι φουρουλουγούντε του ίδιου μι τς γιμάτι μι ζώα; Ιμένα ι στάβλους ίνι άδιος ίδώ κι μία ικουσαϊτία. Διεν παράγι τίπουτα. Η καμπινές που έχουμι έξου απ του σπίτι φουρουλουγίτι ξιχουριστά; Οι κότις; Έχουμι ξερς πουλές κότις στου χουριό. Η κόσμος ανησιχάι. Κάτι αντίπαλί μας διαδίδν ότι θα φουρουλουγιθούν κι τ’ αβγα. Διεν πιστέβω ναλιθέβι αφτό;
Κι μη τν ιφκιρία που τα αναφέραμι, θα σι στήλου έναν κόκουτα, για να σι φκιάσι η γνέκας σούπα κι φρέσκα αυγά για να τν ξιστίς. Κι άμα έχι υπουμουνί κι τουν κάνι γιμιστό μι ρίζι κι σκότια, τότι δεν σι λέω τίπουτα! Θα γλίφς κι τα δάχτυλας .Να ξέρς ιμίς μόνου καλαμπούκι τς ταίζουμι τς κότις. Ίνι ικουλουγικές.
Τώρα πρόιδρι ιπιδί σι έχου μιγάλι ιμπιστουσίνι θα σι πω κι κάτι αφστιρώς προυσουπικό. Η Λέγκου, η γνέκαμ, μι γκρινιάζει κι για έναν ιπιπλέον λόγου. Μι τσιγκλάι συνέχια, δηλαδή για να του καταλάβς, μι προυκαλάι σιξουαλικά, αλά ιγώ διεν μπουρώ να ανταπουκριθώ. Μι αυτό του κρύου πρόιδρε του ιργαλίου διεν τφικάι. Τ’ λέου του καλουκέρι κι να δούμι αν τφικίσι. Διεν έχου γλέπς κι καλή ψυχουλουγία, για οικονουμικούς λόγους.
Κι για να μην του ξεχάσου. Ούλις οι γνέκις στου χουριό εχν του ίδιου πρόβλημα μι τς αντριτς. Θελτς η κακή ψυχολουγία, θελτς του κρύου, θελτς η κακί διατρουφί, δεν μπουρούμι να τς ικανοποιήσουμι. Γι αυτό πρόιδρι μη φκιάνς ικλογές του χειμώνα. Καμια γνέκα δεν θα μας ψηφίσι χειμώνα. Του καλουκαίρι κι να δούμι.
Ισένα πρόιδρι, μι όλου του θάρους τς γνωριμίας μας βέβια, να ρουτήσου. Σι τσιγκλάι καθόλου η θκιάς; Ισίς ικί έχιτι κι ζιέστα. Φαντάζουμι ότι έβαλέτι πιτρέλιου για του χειμώνα. Πάντους, αμα σι τσιγκλάι μι χαντς τν ιφκιρία. Να μας βγάλτς ασπρουπρόσουπι. Τα προυβλίματα του κράτους ας πιριμέν κι λίγου. Δεν ακούς στν τηλιόρασι που λιεν, στα τηλιπιχνίδια, σι αυτές τς επιστιμονικές τς ικπουμπές, ότι του σεξ ίνι ιγία;
Ίπα για ντιλιόρασι κι θυμίθκα να σι πω ότι στου χουριό έχουμι ικόνα τζιάμι. Ιγώ γλέπω κιρίως Σκάι. Αυτός ο Προτοσάλτες πουλί μι αρέζι. Λέι τα πράματα όπως ίνι. Κι η Τρέμι στου Μέγκα δεν λέου καλή ίνι. Αφτί μι αρέζι κι σαν γνέκα αλά δεν του λέου τ’ Λέγκου, γιατί ζλέβι.
Δεν σι κρίβου πρόιδρε ότι κάνου πουλί μιγάλι χαρά κι με τα ιβρουπαϊκά κανάλια που μας έβαλες. Τζιάμι τα πιάνουμι κι αυτά. Του μπι πι σι, του τουβου πέντι, του ντότσι βέλι. Μπουρί να μιν ξέρου ιβρουπαϊκά αλά πουλί μι αρέζι να τα βλέπου, κιρίους όταν κιμάτε η Λέγκου κι διεν γκρινιάζι. Ισθάνουμι τότι ιβρουπέους.
Μι τιν ιφκιρία πρόιδρε να σι πω κι αφτό. Καλά έκανιες κι τν εκλισες τν ΕΡΤ. Αφτί ικί του παραξίλουσαν. Διεν φτάνι που έκαναν οτι ίθιλαν σαν να ίταν θκότς βιλαέτι η τηλιόραση, πρόβαλαν λέι κι τουν πουλιτισμό. Κάποιοι κιόλας ίχαν κι άποψι. Ιπιτρέπουντι στς μερες μας αυτά τα πράματα; Κι ιγώ νόμιζα ότι η τηλιόρασι ήταν λαϊκί πιριουσία. Άσι που ιπιβάριναν δραματικά κι τουν προυιπουλουγισμό τς χώρας. Πουλί καμάρουσα τουν Κιδίκουγλου όπος τς τα είπε.
Όμως ιδώ έχου κι μία ένστασι. Γιατί τόσοι μήνες τα Ματ ίσαν σι αδράνια; Διεν έπριπι να μπούν μέσα και να τς σιλάβουν αυτί τς μάγκες απ τν πρώτι στιγμί; Κι μιτά, ίστιρα απού πέντι μίνις, μόνο μι μία χειρουπέδα ασφάλισαν τν ίσοδου; Δεν έπρεπε τλάχιστον να βάλν πέντι; Δεν ξέρς τι είνι αυτοί. Μπουρί να ξαναμπούν μέσα. Τέλους πάντουν. Τέλους καλό ούλα καλά π’ λέι κιου λαός.
Τώρα πιριμένουμι πως κι πως να δούμι κι τ’ διμόσια τιλιόρασι. Αμα θέλτς να μι ακούσις, στου κιντρικό δελτίου να βάλτς τουν Προυκόπι μαζί μι του Διουνίσι κι διιφθιντί τουν Ιμίλιο τουν Λέτσιου. Αυτός ίνι έμπιρους κι έχι του νουτ κι θα μας βάζι κι κανένα σιξουαλικό έργου, αυτό μι του ίπι η Λέγκου να στου ζιτίσου, όμους άμα ανταμώσουμε να μην τς τουπίς ότι στου ίπα. Θα θιμόσι πουλί.
Στου σπίτι πρόιδρε όπος κι σι κατάλαβις μι τ’ Λέγκου τα πράματα ίνι πουλί δίσκουλα. Αυτή συνέχεια μι γκρινιάζι. Κι καπ’ μιταξί μας έχι κι δίκιου. Ιγώ όμους πρέπι σινιχός να μι μιλάω, γιατί θα τσακουθούμε.
Στου καφινίου, αν κι έχι ζέστι, κι κι τα πράματα δεν ίνι καλίτιρα. Άσι που κι κάθι μέρα η ικουγινιακός προυιπουλουγισμός δεν αντέχι καφέ. Βρίσκουμι σι λέω σι αδιέξουδο. Κι διεν φτάνι αυτό. Πρέπι να δίνου κι ιξιγίσεις στς άλι. Ισί, μι λεν, μας έβαλις κι ψίφσαμι Νιέα Διμουκρατία. Άλλα μας έλιγις πριν κι τώρα γλέπς τι γίνετε. Κι εγώ τι να τς πω τώρα, η θέσιμ ίνι δίσκουλι. Τς ιπα προυικλουγικά ότι θα ανιβούν οι συντάξεις κι αυτές πεφτν βουλίδα κασιακάτ. Τς ίπα θα μιουθί η ανιργία κι αυτή ανηβένι βουλίδα κασιαπάν. Τς ίπα θα ρθί γιατρός στου χουριό κι η Άδουνις ξάι τα τέτιατ κι πλάι βιβλία.
Πρόιδρε, η ζουήμ κι στου καφινίου κατάντσι μαρτίριου. Προυτιμό του κρίου κι τ’ γκρίνια τς Λέγκους. Κασιά πού να κάμου δεν ξέρου. Κάθι μέρα η ζουήμ ίνι ένας ιφιάλτς.
Μι λεν. Πλάς ισί του σπίτις κι μιτά πας να του νικιάιζ από αυτόν που τσου πούλτσις; Ινουούν βέβια τα ικουσιουχτώ διμόσια κτίρια που πούλτσαμι τιλιφτέα.
Τς λέου. Τι δλια έχι του κράτους να σιντιράι τα κτίρια; Τα σιντιράν οι ιδιουχτήτες κι του κράτους τα βρίσκι έτοιμα. Τι ίνι του κράτους, τς λέου, ιπιχιριματίας; Του κράτους ίνι για τουν πουλίτι. Κι στου κάτου-κάτου οι θκιές μας οι τράπιζις τα πηραν. Άρα θκάμας είνι πάλι. Κι δεν θέλτι να καταλάβιτι τς λεω ότι οι τράπιζις ίνι μουχλός ανάπτιξις, όπους σινέχια λέι κιου προυθυπουργός μας;
Μι λεν δεν γλεπς ότι οι θκίς πούλτσαν ούλι τ’ χώρα στς ξένοι; Ότι δεν άφσαν τίπουτα όρθιου; Κι έδουσαν κι τς δρόμοι πισκέσι στουν Ντόντουλα, τουν ιθνικό μας ιβιργέτι, όχι, ιργουλάβου ίπαν.
Τς λέου. Τι μασλάτια είνι αυτά που λιέτε; Δεν αντρεπισέστι λίγου; Προυδότς ίνι η κιβέρνισι; Ιδώ πρόιδρε δεν ξέρου τι να τς πω, αδινατό να τς απαντίσου πιριτέρου.
Μι λεν δεν γλέπς ότι μι τα χαράτσια, μι τν ανιργία, μι τς σιντάξις και τς μισθοί που κόβν, κι μι τάλα παν να μας πάρν τα σπίτια, τα χουράφια κι τς πιριουσίες;
Τς λέου. Έχν οι ιβρουπέι πιριουσίες; Οι πιρισότερι δεν έχν. Ισίς θέλτι να έχιτι πιριουσίις να ίστι κι ιβρουπέι; Έτσι δεν γίντι. Άμα θέλουμι πιριουσίις θα μας διοξν απ τν ιβρόπι κι ίστιρα θα βρουν ιφκιρία να ρθουν οι κουμουνιστές να μας βιάσν τς γνέκις κι να τς φάξν μιτά. Κι ίστιρα να μας παρν κι τα σπίτια κι τς πιριουσίες. Έτσι δηλαδή θέλτι; Ιμίς άμα ίμασταν ιντάξι έπριπι να τα παραδώσουμι ούλα στα αφιντικά, αυτοί έχν πιρισότιρου μιαλό απ’ τι ιμάς. Αυτοί μόνου ξερν να τα διαχειριστούν σουστά, για να έχουμι ανάπτυξι. Μόνου με τν ανάπτυξι θα σουθούμι, οπους σινιχώς λέι κι ο προυθυπουργός.
Μι λεν ότι κι ισίς κλέβιτι. Ίδό ιξαγριόνουμι. Τι λέτι ρε, τς λέου, καθόλου δεν αντρέπιστι; Δεν βλέπιτι τουν προυθιπουργό πόσου αδίνατους ίνι; Μπουρί αυτός ου άνθρουπους να κλέβι; Δεν βλέπιτι τς θκίσας πως γίγκαν σαν γρούνια. Πρόιδρε μήπους πρέπι να διατάξ έριβνα; Πού τα βρίσκν αυτοί κι τρων τόσου πουλί; Ισί πρόιδρι γίγκις σκλέντζα κι ιπιδί ανυσιχώ θα σι ρουτήσου. Δεν έχς όριξι ή δεν έχς να φας; Ιφτιχώς σέμινι του χαμόγιλου.
Μι λεν κάποιι πουνιρί στου καφινίου ότι πριν έβαζάμι καπνά, τέφλα κι άλλα παραδουσιακά προυιόντα κίχαμι κι δλιά, εβγαζάμι κι λιφτά. Τώρα αυτά μας τα σταμάτσι ούλα η ιβρουπαϊκί ένουσι.
Τς λέου, λίγι σας πέφτι ρε η γιρμανική η ζάχαρι; Ίχαμι ιμίς πουτέ τέτοια ψιλί άσπρι ζάχαρι; Τς λέου, ότι του κάπνισμα βλάπτι σουβαρά τν ιγία. Δεν του ξέρτι δηλαδίς αυτό; Τι τουν θέλουμι τουν καπνό; Η ιβρουπαϊκή ένουσι για να μας προστατέψι του έκανι. Γι αυτό τουν φουρουλουγί ιψιλά κιόλας. Ξέρτι τι λιφτά μαζόνι η χώρα απ’ αυτή τ’ φουρουλουγία κι ούλα τα δίνι σι αυτούς που τς τα χρουστούμι για να ίμαστι ιντάξι στς ιπουχριόσις. Μέχρι κι Μιερκιλ μας λέι μπράβο αλα κι ή άλι η όμουρφη, η τσαχπίνα του Δντ, δεν θιμούμι πος τλεν.
Ιμίς, τς λέου κι βάλτι του καλά στου μιαλό σας, εβαλάμι ιγιινά προυυιόντα. Μέντα, τσιάι, ρίγανι, λιβάντα. Ιμένα η Λέγκου κάθι μέρα μι πασαλίβι τν πλάτι μι λάδι απου λιβάντα. Ξέρτι πόσο μι ανακουφίζι; Έσπιράμι κι Γκότσι. Μπουρί να μην έχει μιγάλι παραγουγή αλλά ίνι πλούσιου σι βιταμίνις. Ιξαφανίζι κι τουν προυστάτι. Γιατί δεν τα λιέτε όλα αυτά, τς λέο;
Μι λεν ότι σε καλάει τάχα αυτός ο Τσόμσεν τς τρόικας -ιγώ τν εκτιμώ πουλί τν τρόικα, ινι νικουκιρέι οι άνθρουπι- κι συ πας τρέχοντας να τουν συναντίς κι δεν σι λέει ούτι κάτσι. Μι λέν ότι τάχα αυτός κάθιτε μι του πούρου στν πουλυθρόνα και συ όρθιους σούζα τν ακούς κι λες ούλου μάλιστα μι υπόκλισι κι βάζς κι του χέρι στν κλιά. Ιγώ τς λέου αποκλίιτι ι προυθυπουργός μας δεν ίνι ουσφυουκάμπτς.
Μι λεν τάχα οτι όταν πήγις στ Γιρμανία ότι δεν σε συνάντσι η Μιέρκιλ -κι αυτή η γνέκα πουλί μαρέζι- κιότι σι ίδι ικί τάχα ένας γραματέας. Κισί ταχα ίπις ψέματα ότι τ’ συνάντσις. Τς ίπα ακούστι του καλά, η προυθυπουργός μας δεν ίνι ψεύτς, δεν ίνι κλέφτς , δεν ίνι ουσφυουκαμπτς, κι ότι λέι του φκιάνι, ικτός αν δεν συμφέρι τν πατρίδα. Προυέχι η πατρίδα. Αυτό να του βάλτι καλά στου μυαλό σας.
Τς λέου καλά ρε δεν αντρέπιστι ούτι ένα θιτικό δεν βρίσκιτε στν κυβέρνησι; Τι έχιτι να πιτι για του ίντιρνιτ που θα μας στείλι τν άλι βδουμάδα ι προυθυπουργός; Η λόγους γι αυτόν ίνι δέσμιφσι. Κι μάλιστα τς λέου θα του στίλι σι ούλου του λαό κι όχι μόνου τς θκί μας τς ψιφουφόρι. Η Λέγκου στου σπίτι ιτίμασι χώρου για να του βάλουμι. Να ξέρτι αυτό δεν θέλι ούτι κρύου ούτι ζέστι, για να διατιριθί. Τς λέου ιμίς στου σπιτι θα τρώμι ίντιρνιτ μέρα παρά μέρα.
Πάντους πρόιδρε ήταν λάθους που έβαλάμι τς πασοκτζήδες στν κυβέρνησι. Τώρα ούλοι αυτοί του πέζν αθώες περιστερές κι κάμν κατά του Σίρζα. Σι λέν και κόμα αλάζν και τ’ σιγουριά τς ιβρουπαϊκής ένουσις έχν, κι προυουδευτικοί ίνι κι στα ρουσφέτια έχν ανοιχτό ουρίζουντα. Ούλι αυτοί πρόιδρε γίνγκαν Σίρζα. Η Γιουργάκις Σίρζα, αυτός έχι μέσο κι τσαμερικάνι, η Γκάγκαλος που ίνι σαν βόδι Σίρζα κι αυτός. Η Ρέπας, η Λουβέρδους, η Μπατζιλί, μέχρι κι η θκιάμας η Μαριέτα, ουρέα γνέκα κι αυτή, φλιρτάρι μι του Σίρζα. Κιου Αρσένις -αυτός που, όπους λεν οι πασουκτζήδις, αναμόρφουσι του ικπιδιφτικό σίστιμα- Σίρζα κι αυτός. Η Βινιζέλους ίνι ακόμα πασοκ; Σι ρουτώ.
Πρέπι πρόιδρε να έχουμι τα μάτια μας δικατέσιρα. Πρέπι άμισα να προυβούμι σι διουρισμούς, να διουρίσουμι τα θκάμας πιδιά για να τα συγκρατίσουμι στου κόμα. Αυτόν του γιρμανό που ίνι αφιντικό στς τιλιφουνίις, στουν Ουτέ, δεν τουν ξέρι κανένας απ’ τν κιβέρνισιν να τουν παρακαλέσι να διουρίσι καμιά πινινταριά θκάμας πιδιά στουν Ουτέ; Κι τουν θκόμ τουν Γιώρι ινουίτε. Αλλιώς δεν μας βλέπου καλά προιδρε Ούτι του ιντιρνιτ π’ θα τς βάλουμι μας σώζι, ούτι τίπουτα άλο.
Να ξέρς ότι κι η Ντόρα ίνι φίδι κουλουβό κι αυτή. Δεν στου σχουρνάι αυτό που έκανις τουν πατέρα τς κι τουν γκρέμσις απ’ τν κυβέρνηση. Μη νουμίζ ότι τγλίτουσις ιπιδίς έβαλις τουν Κυριάκου ιπουργό.
Κι για να αλάξουμι θέμα πρόιδρι, αρκιτά σι ζάλτσα κι μι τα εσωκοματικά, να ξέρς ότι ιπάρχι σουβαρό πρόβλημα διατρουφής για τουν πληθισμό. Πουλί ίν ικίνι που ψάχν για τρουφή στα σκουπίδια. Προυχτές ιγώ ι ίδιος προυσουπικά, μι τα ίδιαμ τα μάτια, ίδα έναν στου χουριο, απ’ τν πίνα να πέφτι γκλάρα καταή.
Μι ιπιτρέπς να σι ρουτήσου κι κάτι τηλιφτέο; Αυτοί μη τς τρανές κινούργις τζιπάρες, που δεν τς χουράι ούτι η δρόμους, τι δλιά φκιάν;
Τς ιπα στου καφινίου ότι σι γράφου ιπιστουλί κι σι αναλίου τν κατάστασι. Η Μχάλς η γίτουνας μι ίπι να μη στη στίλου παραδουσιακά. Να τ’ δώσου στου πιδί τ’ που σπουζάζι ιχοιουκαλιεργιτίς για να τν αναρτήσι στου φεσμπουκ κέτσι θα τν μπαρς αμέσους. Η τιχνουλουγία, μι λέι, σίμιρα ίνι πουλί μπρουστά. Τ’ λέου σίγουρα θα τν πάρι η προυθυπουργός που ίνι στν Αθήνα; Όχι μόνο η προυθυπουργός αλλά κι ούλη η κυβέρνησι κι ου Άδουνις που βρίσκιτι στου Καζακστάν για να τς φκιάξι σίστημα υγίας κι να τς πλίσι κι κάνα βιβλίου στουν ιλέυθιρου χρόνου π’ θα έχι.
Ιγώ ινθουσιάστικα κι ρουτώ τουν Μχάλι τι πράμα είνι αυτό του αναρτήσι; Να, είναι κατι σαν κρέμασμα, μι λέει. Θα τν κριμάσι διλαδή του πιδί στου φέσμπουκ κι θα τν δί η προυθυπουργός αμέσους!
Προιδρε σι κούρασα αλλά ίχαμι κιρό να τα πούμε. Να σι πω τιλικά δίχους να θέλω να σι στηνουχουρήσω. Ιδώ η κόσμους ίνι ανάστατους. Φοβάμι πρόιδρε μην ξισκουθί η κόσμος. Φουβάμι μην σας αναρτήσι κι όχι στου φεσμπούκ αλά στν τρανίτηρι τν πλατία τς Αθήνας κι σένα κι ούλη τν κυβέρνησι. Κι ντάλα μισμέρι. Για ισχάτι προυδουσία όπως κάποιι λεν ιδώ στου καφινίου.
Τρίτι δόδικα Νουιμβρίου διο χιλιάδις δικατρία.
(πηγή: Olympia.gr)
Αναδημοσιευση απο ΚΑΛΑΜΙ
Ακόμα δε του απάντησε;;;;
ΑπάντησηΔιαγραφήακομα δεν απαντησε γιατι ακομα ψαχνει τον τζεφρυ για να του μεταφρασει το κειμενο
Διαγραφή