3/9/14
Ισοζύγιο Στρατιωτικής Ισχύος
Ελλάδας – Τουρκίας
H e-Amyna παρουσιάζει το Ισοζύγιο Στρατιωτικής Ισχύος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για το έτος 2014. Προϊόν ενδελεχούς έρευνας, το έργο αποσκοπεί στην ακριβέστερη δυνατή καταγραφή των εκατέρωθεν συντελεστών στρατιωτικής ισχύος, καθώς και των παραγόντων που την επηρεάζουν.
Παράλληλα αποτελεί βάση δεδομένων που επικαιροποιούνται σε πραγματικό χρόνο, παρέχοντας άμεση, δομημένη και εύκολα προσβάσιμη ενημέρωση. Περαιτέρω, επιβεβαιώνοντας το καινοτόμο πνεύμα που τη διαπνέει από τη δημιουργία της, η e-Amyna προσφέρει τη δημοσίευση σε μορφή φορητού εγγράφου (pdf) προς όλους τους αναγνώστες της. Με τον τρόπο αυτό εκφράζει έμπρακτα την ευγνωμοσύνη της για την εξαιρετική υποδοχή τους και ταυτόχρονα δημιουργεί την πρώτη διαδικτυακή αμυντική έκδοση αναφοράς στον ελληνικό χώρο.
Ο Τουρκικός Στρατός (TKK) έχει συγκεντρώσει το σύνολο των αρμάτων μάχης με πυροβόλο διαμετρήματος 120mm (Leopard-2A4, M-60T Sabra) και των εκσυγχρονισμένων με πυροβόλο 105mm (Leopard-1T) σε επιλαρχίες της Ανατολικής Θράκης, γεγονός ενδεικτικό των προθέσεών του. Το αρματικό δυναμικό της 1ης Στρατιάς του TKK υπολογίζεται κατά προσέγγιση σε 1.500 άρματα μάχης, περιλαμβανομένων παλαιοτέρων τύπων με θερμικό σκοπευτικό και δυνατότητα βολών εν κινήσει (Μ60Α3 TTS και Μ48Α5Τ2). Αντίστοιχα, οι Μείζονες Σχηματισμοί του Ελληνικού Στρατού (ΕΣ) με προσανατολισμό ή προορισμό το μέτωπο του Έβρου διαθέτουν περί τα 800 άρματα μάχης, περιλαμβανόμενων 353 με πυροβόλο των 120mm (Leopard 2HEL, Leopard 2A4) ενώ τα υπόλοιπα είναι Leopard 1A5. Ο ΕΣ απολαμβάνει ποιοτικό πλεονέκτημα χάρη στο μεγαλύτερο δραστικό βεληνεκές, τον βλητικό υπολογιστή και τη θωράκιση των αρμάτων μάχης Leopard-2HEL, τα οποία αναμένονται να αξιοποιηθούν πλήρως με την απόκτηση σύγχρονων πυρομαχικών των 120mm. Η έλλειψη αυτή αποτέλεσε επί χρόνια τροχοπέδη στους σχεδιασμούς του ΕΣ για το αρματικό του δυναμικό που πέραν των προφανών περιλαμβάνουν και την αποδέσμευση προς την ΑΣΔΕΝ σημαντικού αριθμού M-48A5 MOLF, τα οποία μέχρι πρότινος διατηρούνταν ως εφεδρικά στις Τεθωρακισμένες Ταξιαρχίες του Δ΄Σώματος Στρατού. H συγκέντρωση των τελευταίων στα νησιά του Αιγαίου αποσκοπεί στην ταχεία εξουδετέρωση εχθρικών προγεφυρωμάτων.
Ο κύριος όγκος των τεθωρακισμένων οχημάτων του TKK αποτελείται από εγχώριας ανάπτυξης AIFV, περιορισμένων αλλά πάντως υπέρτερων δυνατοτήτων σε σύγκριση με τα οχήματα σειράς Μ, με συνέπεια να αποτελούν έναν υπολογίσιμο παράγοντα. Η ύπαρξη Τεθωρακισμένων Οχημάτων Μάχης (ΤΟΜΑ) στο τουρκικό οπλοστάσιο δημιουργεί ποιοτικό πλεονέκτημα για τον ΤΚΚ, ενώ αντίθετα η έλλειψή τους στον ΕΣ, δεδομένου ότι δεν προσμετρώνται τα ευρισκόμενα στη δύση του επιχειρησιακού βίου τους BMP-1, υποβαθμίζει τη μαχητική ικανότητα του Μηχανοκίνητου Πεζικού και πολλαπλασιάζει την αναντιστοιχία των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του σε σχέση με το αρματικό δυναμικό. Πάντως, ο μεγάλος αριθμός τροχοφόρων οχημάτων ειδικών κατηγοριών σχετίζεται με τις ιδιαίτερες ανάγκες της Τουρκίας, δεδομένου ότι η πλειοψηφία τους χρησιμοποιείται από Μονάδες του TKK και της Χωροφυλακής σε επιχειρήσεις στις νοτιοανατολικές επαρχίες της χώρας.
Η ισορροπία που παρατηρείται στον τομέα των βαρέων όπλων πεζικού διαταρράσσεται κατά περίπτωση λόγω των διαφορετικών επιχειρησιακών προτεραιοτήτων των δύο στρατευμάτων. Στο γεγονός αυτό οφείλεται η απόκτηση περισσότερων σύγχρονων A/T όπλων (Kornet-E) και ικανότερων φορέων τους (M901 A2 ITV) στον αμυντικά προσανατολισμένο ΕΣ, καθώς και η ύπαρξη όπλων υποστήριξης μεγάλου βεληνεκούς (Α/Κ όλμοι 120 mm) στον δυνητικά επιτιθέμενο TKK. Η σύνθεση του οπλοστασίου του ΕΣ επηρεάζεται επίσης από το ιδιόμορφο επιχειρησιακό περιβάλλον του Αιγαίου, όπου τα A/T όπλα θα έχουν πρωτίστως αντιαποβατικό ρόλο, όπως αποκαλύπτει η ύπαρξη μεγάλου αριθμού βλημάτων Kornet με θερμοβαρική πολεμική κεφαλή.
Ο τεράστιος αριθμός πυροβόλων 155mm/52cal δημιουργεί σοβαρή ανισορροπία δυνάμεων υπέρ του TKK, συγκρινόμενος με τα μόλις 24 PzH-2000GR του ΕΣ. Ανάλογα ίσχυαν για τα πυροβόλα 155mm/39cal, όμως η δυσμενής για τον ΕΣ αναλογία μετριάσθηκε με την έλευση των M109 A3 GE A1/A2. Ο αριθμός των άμεσα διαθέσιμων σωλήνων και το μέγιστο βεληνεκές των συστημάτων θα διαδραματίσουν καίριο ρόλο σε ενδεχόμενη περίπτωση αντιπαράθεσης, τόσο στον Έβρο, όπου όλοι οι σχηματισμοί του TKK έχουν εφοδιαστεί με δύο Μοίρες των 24 σωλήνων, έναντι μίας των 12, 18 ή 24 σωλήνων του ΕΣ, όσο και στο Αιγαίο, όπου περισσότερα ελληνικά νησιά μπορούν να βρεθούν υπό το συνεχές πυρ του εχθρικού πυροβολικού από τα τουρκικά παράλια. Επίσης ο TKK αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στο πυραυλικό πυροβολικό, το οποίο προσφέρει υψηλό όγκο πυρών και δυνατότητα πλήγματος σε βάθος. Για το λόγο αυτό αναπτύχθηκε σειρά εγχώριων συστημάτων, η οποία περιλαμβάνει από απλούς Πολλαπλούς Εκτοξευτές Πυραύλων (ΠΕΠ) μικρού και μέσου βεληνεκούς μέχρι εκτοξευτές ρουκετών μεγάλου διαμετρήματος και βεληνεκούς και τακτικά βαλλιστικά βλήματα. Είναι προφανές ότι τα αντίστοιχα ελληνικά μέσα (MLRS/ATACMS, RM-70) θα αναλάβουν σημαντικό μέρος της προσπάθειας αντιμετώπισης τυχόν εχθρικού εγχειρήματος, όμως απαιτείται αναβάθμιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων τους, κυρίως μέσω της εισαγωγής νέων τύπων πυρομαχικών. Επίσης, δεδομένης της καταλυτικής σημασίας που έχει ο έγκαιρος εντοπισμός των εχθρικών δυνάμεων, είναι αυταπόδεικτη η αξία των μέσων επιτήρησης, πρόσκτησης και κατάδειξης στόχων.
Αντίστροφος είναι ο συσχετισμός δυνάμεων στον τομέα του Α/Α Πυροβολικού, αντικατοπτρίζοντας το διαφορετικό επιχειρησιακό προσανατολισμό των δύο πλευρών. Ο TKK περιορίζεται σε Αντιαεροπορικά Συστήματα Πολύ Μικρού Βεληνεκούς (VSHORADS), με σκοπό την εγγύς Α/Α προστασία των δυνάμεων ελιγμού του. Αντίθετα, ο ΕΣ διαθέτει πλειάδα αξιόλογων συστημάτων πολύ μικρού, μικρού και μέσου βεληνεκούς, τα οποία θα αναλάβουν την αναχαίτιση τυχόν εχθρικής αεραποβατικής ενέργειας αλλά και την προστασία των αμυνόμενων φιλικών μονάδων και κρίσιμων εγκαταστάσεων και υποδομών από την εχθρική αεροπορία, η οποία θα υποστηρίζει τυχόν τουρκική επιθετική ενέργεια.
.
Η αξία των αεροκίνητων επιχειρήσεων αποδείχθηκε για τον TKK υπό πραγματικές συνθήκες, κατά τον πόλεμο στους ορεινούς όγκους του Κουρδιστάν. Κατά συνέπεια, η Τουρκία επί σειρά ετών επενδύει στην προμήθεια μεγάλου αριθμού σύγχρονων ελικοπτέρων μέσης μεταφορικής ικανότητας S-70A Black Hawk και AS532 UL Cougar, τα οποία αποτελούν βασική προϋπόθεση για την απόκτηση αποτελεσματικής δυνατότητας εναέριας εφόδου. Τα ελικόπτερα αυτά αντιπροσωπεύουν μία από τις οξύτερες απειλές για τον ελληνικό αμυντικό σχεδιασμό, προσθέτοντας το στοιχείο του κατακόρυφου ελιγμού σε περίπτωση αιφνιδιαστικής εχθρικής ενέργειας. Στο Αιγαίο μία αερομεταφερόμενη δύναμη μπορεί να ενισχύσει τυχόν αμφίβια ενέργεια εναντίον μεγάλου ελληνικού νησιού ή να αποτελέσει την κύρια δύναμη εφόδου κατά μικρότερου ενώ στη Θράκη επιτρέπει τη μετάβαση εχθρικών δυνάμεων και των μέσων υποστήριξής τους στην περιοχή των επιχειρήσεων, ή, χειρότερα, στα μετόπισθεν αυτής. Η απόκτηση βαρέων μεταφορικών ελικοπτέρων από τον TKK θα ολοκληρώσει την επιχειρησιακή δυνατότητα εναέριας εφόδου ενώ η μαζική ένταξη σε υπηρεσία των εγχώριας ανάπτυξης επιθετικών ελικοπτέρων T129 θα κλιμακώσει την απειλή κατά των τεθωρακισμένων σχηματισμών του ΕΣ.
Η αξιοποίηση των επιθετικών ελικοπτέρων AH-64A+/DHA Apache από τον ΕΣ προσέδωσε στην Αεροπορία Στρατού εκτεταμένες δυνατότητες, οι οποίες στο μέλλον θα πρέπει να διαφυλαχθούν και να επαυξηθούν, δεδομένου του καθοριστικού ρόλου που τα εν λόγω ελικόπτερα θα κληθούν να διαδραματίσουν στο Αιγαίο και τη Θράκη. Η συμβολή των βαρέων μεταφορικών ελικοπτέρων CH-47SD/DG Chinook είναι προφανώς καθοριστική στη μεταφορά δυνάμεων στα μέτωπα αυτά, όμως η κατάσταση στα ελαφρύτερα μεταφορικά ελικόπτερα είναι πλέον απαράδεκτη. Η ολοκλήρωση του πολύπαθου προγράμματος NH90 θα επιφέρει μεν σημαντική βελτίωση, όμως μόνη της δεν συνιστά συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος, η επίλυση του οποίου απαιτεί την εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων.
Τα υποβρύχια των κλάσεων GÜR και PREVEZE αποτελούν τις κύριες μονάδες του στόλου υποβρυχίων του Τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού (TDK), διαθέτοντας σύγχρονα συστήματα σόναρ και διαχείρισης μάχης, κυρίως όμως προηγμένες τορπίλες DM2A4. Το TDK σχεδιάζει την απόκτηση έξι υποβρυχίων κλάσης CERBE, τα οποία θα βασίζονται στον Τύπο 214 αλλά θα διαθέτουν εγχώριας ανάπτυξης συστήματα μάχης και τορπίλες Mk48 Mod6AT AUR, προκειμένου να αντικαταστήσει τα ισάριθμα υποβρύχια κλάσης ATILAY, περιορισμένων επιχειρησιακών δυνατοτήτων. Όμως το χρονοδιάγραμμα του σχετικού προγράμματος ήδη γνωρίζει διετή υπέρβαση, με αποτέλεσμα τη μετάθεση, προς το παρόν, του χρόνου παράδοσης της πρώτης μονάδας για το έτος 2020. Επομένως, οι τρέχουσες επιδόσεις μέγιστου βάθους κατάδυσης και, κυρίως, αυτονομίας με αθόρυβη πλεύση των υποβρυχίων του TDK υπολείπονται δραματικά εκείνων του ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ (S120), αρχικού υποβρυχίου Τύπου 214 του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) και, για την ώρα, μοναδικού υποβρυχίου με σύστημα Πρόωσης Ανεξάρτητης του Αέρα (AIP) στο Αιγαίο. Ο στόλος υποβρυχίων του ΠΝ θα δεχθεί αποφασιστική ενίσχυση με την παράδοση του δεύτερου σκάφους του τύπου, ΠΙΠΙΝΟΣ (S121), έως το τέλος του 2014 και των υπόλοιπων δύο, καθώς και του, τεχνολογίας AIP πλέον, ΩΚΕΑΝΟΣ (S118), έως τις αρχές του 2016. Η προμήθεια έξι συστοιχιών συσσωρευτών, οι οποίοι θα παραδοθούν σταδιακά έως το τέλος του ίδιου έτους, θα αυξήσει τη διαθεσιμότητα των ισάριθμων υποβρυχίων των κλάσεων ΓΛΑΥΚΟΣ και ΠΟΣΕΙΔΩΝ και θα επιτρέψει τη διατήρησή τους σε υπηρεσία, για μια οκταετία τουλάχιστον.
Η αδιάκοπη αναβάθμιση του εξοπλισμού μάχης των κύριων μονάδων στόλου του TDK ευθύνεται για την απόκτηση σοβαρού ποιοτικού προβαδίσματος, εντελώς αναντίστοιχου προς το περιορισμένο αριθμητικό πλεονέκτημά του, σε σχέση με το ΠΝ. Πέραν της επιχειρησιακής δυνατότητας αντιαεροπορικού πολέμου περιοχής, στηριζόμενης στο βλήμα SM-1 MR, την οποία το ΠΝ στερείται από καιρό, το TDK επιδεικνύει πλέον σαφή υπεροχή, διαζευκτικά ή σωρευτικά, στον αριθμό των κύριων μονάδων στόλου με ραντάρ επιτήρησης αέρος τριών διαστάσεων, σύγχρονο σύστημα διαχείρισης μάχης, εγχώριας μάλιστα ανάπτυξης στην περίπτωση των φρεγατών κλάσης GABYA, σύστημα κατακόρυφης εκτόξευσης κατευθυνόμενων βλημάτων και ικανότητα εκτόξευσης βλημάτων RIM-162 ESSM. Ανάλογου τεχνολογικού επιπέδου εξοπλισμό διαθέτουν οι σύγχρονες κορβέτες κλάσης ADA, η ένταξη των οποίων στο TDK επιβεβαίωσε την αυτόνομη ικανότητα σχεδίασης, ναυπήγησης και ολοκλήρωσης συστημάτων κύριων μονάδων επιφανείας. Στον καταιγισμό των εξελίξεων αυτών αντιπαρατίθεται μόλις ο Εκσυγχρονισμός Μέσης Ζωής έξι φρεγατών κλάσης ΕΛΛΗ του ΠΝ, ο οποίος επιμήκυνε τη χρονική διάρκεια ζωής τους, αύξησε την αξιοπιστία και διαθεσιμότητα των υποσυστημάτων τους και αναβάθμισε τον εξοπλισμό ναυτιλίας, διαχείρισης μάχης και ηλεκτρονικού πολέμου, όμως άφησε άθικτα τα εγκατεστημένα οπλικά συστήματα, με συνέπεια να συμβάλει οριακά στον περιορισμό της ποιοτικής υπεροχής του TDK. Ως εκ τούτου και με δεδομένη τη με άλλο τρόπο αδυναμία βραχυπρόθεσμης αριθμητικής ενίσχυσης των κύριων μονάδων στόλου του ΠΝ, το καθήκον αυτό επαφίεται πλέον αποκλειστικά στο σχεδιαζόμενο Εκσυγχρονισμό Μέσης Ζωής των τεσσάρων φρεγατών κλάσης ΥΔΡΑ του ΠΝ, ο οποίος αποκτά πλέον επείγοντα χαρακτήρα, δεδομένης της ηλικίας των πλοίων, τα οποία εντάχθηκαν σε υπηρεσία μεταξύ Οκτωβρίου 1992 και Δεκεμβρίου 1998. Για το πρόγραμμα αυτό η Ειδική Διαρκής Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων της Βουλής των Ελλήνων έχει ήδη εγκρίνει τη διάθεση ποσού 400 εκατ. ευρώ σε βάθος 15ετίας.
Ο εκτεταμένος στόλος ΤΠΚ του TDK αποτελείται από σκάφη τριών κλάσεων με κλιμακωτά αναβαθμισμένο ηλεκτρονικό εξοπλισμό επιτήρησης, ελέγχου βολής και διαχείρισης μάχης, απαράλλακτο όμως κύριο οπλισμό κύριων πυροβόλων και κατευθυνόμενων βλημάτων Harpoon. Όλα τα σκάφη επιτυγχάνουν υψηλή μέγιστη ταχύτητα, αυτά δε της κλάσης KILIÇ επιπρόσθετα διαθέτουν χαρακτηριστικά περιορισμού της ραδιοτομής της υπερκατασκευής. Τα ΤΠΚ του ΠΝ υστερούν αριθμητικά, όμως σημαντικό παράγοντα διαφοροποίησης αποτελούν τα σκάφη κλάσης ΡΟΥΣΣΕΝ, τα οποία σύντομα θα γίνουν πέντε, μετά την επικείμενη παράδοση του ΡΙΤΣΟΣ (P71): Διαθέτοντας ενεργό σύστημα άμυνας κατά βλημάτων, βασισμένο στο Βλήμα Περιστρεφόμενης Ατράκτου (RAM) και, από το τέταρτο σκάφος, προηγμένα κατευθυνόμενα βλήματα MM40 Exocet Block 3, τα σκάφη αυτά διαθέτουν τις πληρέστερες δυνατότητες Πολέμου Επιφανείας μεταξύ όλων των τύπων ΤΠΚ στο Αιγαίο.
Το TDK θέτει συνεχώς σε υπηρεσία πρόσθετα πλοία κλάσης TUZLA, κύρια αποστολή των οποίων είναι η ανθυποβρυχιακή περιπολία στις προσεγγίσεις ναυστάθμων και εγκαταστάσεών του, όπως υποδεικνύει η εγκατάσταση εμπορικού σόναρ χαμηλής συχνότητας, γενικής χρήσης και εκτοξευτή ανθυποβρυχιακών ρουκετών. Αντιθέτως, ο εκτενέστερος ηλεκτρονικός εξοπλισμός και ο βαρύτερος κύριος οπλισμός των σύγχρονων περιπολικών πλοίων του ΠΝ αποκαλύπτει την πρόθεση χρήσης τους σε ρόλους συνοδείας και επιτήρησης επιφανείας.
Η εγγύτητα των νησιών του Αιγαίου στα τουρκικά παράλια εξηγεί την προτίμηση του TDK σε Σκάφη Απόβασης Αρμάτων (LCT), από τα οποία οκτώ ανήκουν στον νέο τύπο Ç151, ταχύτητας 20 kts. Αντίθετα, τρία από τα τέσσερα Πλοία Απόβασης Αρμάτων (LST) του TDK έχουν πρόθεμα ταξινόμησης NL, υποδηλώνοντας πως έχουν ως κύρια αποστολή τη ναρκοθέτηση. Η κατάσταση αυτή αναμένεται να μεταβληθεί από το έτος 2017, όταν θα αρχίσουν οι παραδόσεις των δύο νέων LST κλάσης BAYRAKTAR, με εκτεταμένο εξοπλισμό επιτήρησης αέρος, διαχείρισης μάχης και άμυνας κατά βλημάτων. Παράλληλα, στις 19 Φεβρουαρίου 2014 άρχισαν διαπραγματεύσεις μεταξύ του SSM και της Navantia, για την ναυπήγηση ενός Αποβατικού Μεταφορικού Δεξαμενής (LPD), το οποίο υπολογίζεται ότι θα εισέλθει σε υπηρεσία το έτος 2021. Από την πλευρά του, το ΠΝ αναμένει την υπογραφή σύμβασης Εν Συνεχεία Υποστήριξης (FOS) για τα Πλοία Ταχείας Μεταφοράς τύπου Zubr, προκειμένου να αυξηθεί ο αριθμός τους σε υπηρεσία και ταυτόχρονα εφαρμόζει λύσεις για την καλύτερη αξιοποίηση των αρματαγωγών κλάσης ΣΑΜΟΣ.
Η γεωγραφία των Στενών και των δυτικών ακτών της Τουρκίας εξηγεί τον εκτεταμένο στόλο ναρκοθηρευτικών του TDK, εκ των οποίων τα σκάφη κλάσης AYDIN είναι ναυπηγημένα από αμαγνητικό χάλυβα και διαθέτουν συστήματα ναρκοθηρίας τεχνολογίας αιχμής. Ο αντίστοιχος εξοπλισμός των ναρκοθηρευτικών του ΠΝ, ιδίως του τύπου Osprey, επαρκεί για την εκτέλεση της αποστολής τους, όχι όμως και ο συνολικός αριθμός των τεσσάρων μόλις πλοίων της Διοίκησης Ναρκοπολέμου.
Το TDK αναμένει την ένταξη σε υπηρεσία του Μητρικού Πλοίου (MOSHIP) διάσωσης υποβρυχίων κλάσης ALEMDAR, το οποίο καθελκύσθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στις 29 Απριλίου 2014. Από την άλλη, το ΠΝ αξιοποιεί τις ευρείες δυνατότητες του Πλοίου Γενικής Υποστήριξης ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ, με σκοπό τη συνδρομή των υπηρεσιών πολιτικής προστασίας και την παροχή περίθαλψης σε κατοίκους απομακρυσμένων νησιών του Αιγαίου, πέραν της συμμετοχής του σε αμιγώς επιχειρησιακές αποστολές εθνικού και διεθνούς επιπέδου.
Η μαζική επένδυση του TDK στην Αεροπορία Ναυτικού εξηγείται από την εξαγγελία των προγραμμάτων ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ και ΠΟΔΕΙΔΩΝ II, με τα οποία το ΠΝ σχεδίαζε την απόκτηση επτά ή οκτώ υποβρυχίων τεχνολογίας AIP. Ως αποτέλεσμα, το TDK απέκτησε εκτεταμένο στόλο σύγχρονων ελικοπτέρων, η αναλογία των οποίων ανά κύρια μονάδα στόλου με αντίστοιχη δυνατότητα υποδοχής τους υπερβαίνει κατά πολύ την αντίστοιχη του ΠΝ. Τα ελικόπτερα S-70B/B-28 διαθέτουν ανθυποβρυχιακό εξοπλισμό τεχνολογίας αιχμής, προηγμένες τορπίλες Mk54 Mod0 και κατευθυνόμενα βλήματα Penguin και Hellfire, ενώ σύγχρονος είναι ο αντίστοιχος εξοπλισμός των ελικοπτέρων AB 212ASW του TDK.
Επίσης, μετά από πολυετή καθυστέρηση, παραλήφθηκαν έξι CN-235D/K, τα οποία διαθέτουν αξιόλογο εξοπλισμό εντοπισμού υποβρυχίων ή στόχων επιφανείας και διαχείρισης μάχης, εν αναμονή των παραδόσεων ισάριθμων ATR 72-600T MPA, με πανομοιότυπο εξοπλισμό, οι οποίες αναμένεται να αρχίσουν το Φεβρουάριο 2017 και να ολοκληρωθούν στο τέλος του 2018.
Το ΠΝ εστιάζει το ενδιαφέρον του στην υλοποίηση λύσεων που σχετίζονται με τη συντήρηση κινητήρων των ελικοπτέρων S-70B/B-6 Αegean Hawk και την ενίσχυση της διαθεσιμότητας και της αποτελεσματικότητας των ελικοπτέρων AB 212ASW. Αντιπροσωπευτική είναι η ολοκλήρωση της πρώτης Μείζονος Ενισχυμένης Επιθεώρησης (MRI) από την 1η Μοίρα Ελικοπτέρων Ναυτικού (ΜΕΝ) και η εγκατάσταση του τακτικού συστήματος OCTOPUS, το οποίο επιτρέπει την ολοκλήρωση δεδομένων από αισθητήρες και συστήματα του ελικοπτέρου και τη μετάδοσή τους σε άλλους φορείς. Επίσης, αναμένεται η τελική απόφαση σχετικά με τους ρόλους που θα αναλαμβάνουν τα τέσσερα P-3B Orion που θα επαναφερθούν σε υπηρεσία, από την οποία θα εξαρτηθεί η επιλογή του ηλεκτρονικού εξοπλισμού αποστολής που θα δεχθούν, μετά την επέκταση του ορίου ζωής τους κατά 15.000 ώρες πτήσης.
Η αξιοσημείωτη, για πρώτη φορά μετά από καιρό, μείωση του αριθμού τακτικών μαχητικών της Τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας (THK) σε λιγότερα από 300, αποκρύπτει το σοβαρό ποιοτικό προβάδισμά τους σε σύγκριση με αυτά της Πολεμικής Αεροπορίας (ΠΑ). Η αναβάθμιση του ηλεκτρονικού εξοπλισμού αποστολής των τουρκικών μαχητικών F-16C/D έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ομοιογενούς στόλου, με επιχειρησιακές δυνατότητες τις οποίες επιδεικνύει σημαντικά κατώτερος αριθμός ελληνικών μαχητικών. Η εκτεταμένη ομοιοτυπία του στόλου των F-16C/D της THK παρέχει αυταπόδεικτα οφέλη στους τομείς της εκπαίδευσης και της εφοδιαστικής υποστήριξης ενώ η πρόσβαση στους πηγαίους κώδικες του λογισμικού των συστημάτων πτήσης και ελέγχου πυρός εξασφαλίζει τη διαρκή δυνατότητα ολοκλήρωσης οπλικών και άλλων συστημάτων. Επίσης, η απαλλαγή από παλαιούς τύπους μαχητικών με αμελητέα επιχειρησιακή προσφορά, επιτρέπει τη διάθεση πολύτιμων πόρων στην αξιοποίηση των σύγχρονων αεροσκαφών και την περαιτέρω επαύξηση των δυνατοτήτων τους, με την ενσωμάτωση σύγχρονου εξοπλισμού και όπλων. Εντούτοις, οι πολιτικές εξελίξεις καθιστούν αμφίβολη την υποστήριξη κρίσιμων υποσυστημάτων ισραηλινής προέλευσης των F-4E/2020 και συνεπώς τη συνολική διαθεσιμότητά τους. Σημαντικότερο όμως πλήγμα για την THK αποτελούν οι αθρόες παραιτήσεις από τις τάξεις της έμπειρων χειριστών, τριψήφιου αριθμού για κάθε έτος της τελευταίας τετραετίας, χωρίς μάλιστα εμφανή τάση ανακοπής.
Από την πλευρά της, η ΠΑ επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στη διατήρηση υψηλών προτύπων στον τομέα της εκπαίδευσης και την υποστήριξη των σύγχρονων εκδόσεων των μαχητικών Mirage 2000-5 Mk2 και F-16C/D, παρακολουθώντας ταυτόχρονα στενά τις τρέχουσες εξελίξεις στα διεθνώς προσφερόμενα προγράμματα αναβάθμισης των τελευταίων. Όμως, η προτεραιότητα στην επίτευξη ομοιοτυπίας είναι χαμηλότερη, δεδομένου ότι την απόσυρση των A-7E/TA-7C δε θα ακολουθήσει αυτή των ακόμη δαπανηρότερων στην λειτουργία και υποστήριξη RF-4E, τα οποία θα παραμείνουν σε υπηρεσία, σε χωριστή μάλιστα Μοίρα αν και σε μειωμένους αριθμούς, τα επόμενα έτη. Η ΠΑ υπερέχει σαφώς της THK στον τομέα των βλημάτων αέρος-αέρος τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και στην αναλογία τους ανά αεροσκάφος, δεδομένου ότι 216 μαχητικά της διαθέτουν δυνατότητα βολής βλημάτων BVR ενεργού καθοδήγησης ραντάρ, έναντι 238 της THK, στα οποία δε συμπεριλαμβάνονται τα εκσυγχρονισμένα F-4ET/2020. Η υπεροχή αυτή όμως μετριάζεται τόσο ποσοτικά, λόγω της επιχειρησιακής χρήσης από την THK του βλήματος WVR AIM-9X, όσο και ποιοτικά, εξ αιτίας της μαζικής εισαγωγής σε υπηρεσία του Διακλαδικού Συστήματος Υπόδειξης Εγκατεστημένου στην Κάσκα (JHMCS) των χειριστών των F-16C/D.
Η ΤΗΚ προβαίνει σε μαζική απόκτηση όπλων χερσαίας προσβολής, ιδίως μακρού βεληνεκούς, προκειμένου να αναπληρώσει τα αποθέματά που μειώνονται λόγω των εντατικών επιχειρήσεων στο Κουρδιστάν, αλλά και να υπερβεί τους περιορισμούς που θέτουν οι προμηθεύτριες χώρες. Οι προμήθειες αφορούν κυρίως τους Πυραύλους Απομακρυσμένης Προσβολής Χερσαίων Στόχων – Διευρυμένης Απόκρισης (SLAM-ER) AGM-84K και τους εγχώριους Πυραύλους Μεγάλου Βεληνεκούς (SOM).
Η ΠΑ εξακολουθεί να διαθέτει όπλα χωρίς αντίστοιχα στο τουρκικό οπλοστάσιο, όπως το Αυτόνομο Συμβατικό Σύστημα Πλεύσης Μακράς Εμβέλειας – Γενικής Χρήσης (SCALP-EG), το βλήμα Αέρος-Επιφανείας AM39 Exocet και το Αυτόνομο Σύστημα Διανομής Ελεύθερης πτήσης (AFDS). Παρ’ όλα αυτά, παρατηρείται εμφανής έλλειψη επαρκούς αριθμού σύγχρονων ατρακτιδίων ναυτιλίας / στόχευσης, σε σύγκριση με την τουρκική πλευρά.
Το επίγειο δίκτυο αεράμυνας της THK στηρίζεται σε οκτώ συστοιχίες βλημάτων MIM-14 Nike Hercules και ισάριθμες MIM-23 HAWK-XXI, με τις τελευταίες να αντικαθιστούν περιμετρικά της Κωνσταντινούπολης τις πρώτες, οι οποίες με τη σειρά τους μεταφέρθηκαν σε αντίστοιχες σταθερές θέσεις στα μικρασιατικά παράλια. Το μετακινούμενο σύστημα HAWK-XXI παρέχει αξιόλογες επιδόσεις, κατώτερες όμως των συστημάτων MIM-104 Patriot PAC-3 και S-300PMU1, οι οποίες ανήκουν σε διαφορετική κατηγορία βεληνεκούς και ύψους αναχαίτισης. Η επαναπιστοποίηση των βλημάτων του τελευταίου και η συμπλήρωση του αριθμού τους αποτελούν κρίσιμες παραμέτρους για την αποτελεσματική αξιοποίησή του, αρχικό βήμα της οποίας ήταν η επιτυχημένη πρώτη βολή του, μόλις στις 13 Δεκεμβρίου 2013. Εξίσου καίρια είναι η πλήρης διασύνδεσή του με το υπόλοιπο δίκτυο αεράμυνας της ΠΑ, πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει με επίταση η THK, εφ’ όσον εμμείνει στην αρχική επιλογή του κινεζικού συστήματος FD-2000 για το πολύπαθο πρόγραμμα T-LORAMIDS.
Οι δύο χώρες διαθέτουν πυκνό δίκτυο επίγειων ραντάρ 3D, ενταγμένο στο Επίγειο Περιβάλλον Αεράμυνας του NATO (NADGE), η Τουρκία όμως επιπρόσθετα έχει αναπτύξει ανεξάρτητο εθνικό δίκτυο στηριζόμενο σε 14 σύγχρονα ραντάρ 3D τύπου TRS-22XX και 18 σταθμούς C³. Το σύνολο των επίγειων ραντάρ είναι εξαιρετικά ευάλωτο σε περίπτωση ένοπλης σύγκρουσης, για το λόγο αυτό οι δύο πλευρές έχουν αποκτήσει Αερομεταφερόμενα Συστήματα Έγκαιρης Προειδοποίησης και Ελέγχου (ΑΣΕΠΕ). Τα δύο πρώτα από τα τέσσερα συνολικά Β-737ES MESA παραδόθηκαν στην THK μετά από μείωση των συμβατικών προδιαγραφών, προκειμένου να επιλυθεί σωρεία τεχνικών προβλημάτων που ευθύνονται για την πολυετή καθυστέρηση και τη σοβαρή υπέρβαση κόστους του προγράμματος Peace Eagle, όμως η διαθεσιμότητα των αεροσκαφών υπονομεύεται από ενδεχόμενα προσκόμματα στην υποστήριξη των ισραηλινής προέλευσης υποσυστημάτων τους. Παρ’ όλα αυτά, το πρόγραμμα αποδίδει συστήματα που ενσωματώνουν τεχνολογία αιχμής και επιδεικνύουν επιδόσεις σημαντικά ανώτερες των EMB-145H της ΠΑ. Τα τελευταία πάντως καλύπτουν επαρκώς τις ελληνικές ανάγκες και έχουν αξιοποιηθεί πλήρως από την ΠΑ, η οποία επιπλέον έχει αποκομίσει εκτεταμένη εμπειρία από τη χρήση τους σε πραγματικές αποστολές, στο πλαίσιο της Επιχείρησης «Unified Protector» του NATO.
Αμφότερες οι Αεροπορίες διαθέτουν ολοκληρωμένα συστήματα C², ενώ σημαντικές εξελίξεις για την ΠΑ ήταν η ίδρυση της 140 ΣΕΠΗΠ και η μετεγκατάσταση του Εθνικού Κέντρου Αεροπορικών Επιχειρήσεων (ΕΚΑΕ) στις πρώην εγκαταστάσεις του 7ου Κέντρου Συνδυασμένων Αεροπορικών Επιχειρήσεων (CAOC-7) στο Κουτσόχερο Λάρισας.
Με την παράδοση, στις 7 Απριλίου 2013, του πρώτου A400M Atlas, μετά από καθυστέρηση οφειλόμενη στην αμφισβήτηση της πλήρωσης των συμβατικών προδιαγραφών, η THK απέκτησε την επιχειρησιακή δυνατότητα εκτέλεσης αερομεταφορών στρατηγικής εμβέλειας, τακτικής κατατομής πτήσης.
Από την πλευρά της η ΠΑ επιτέλους αρχίζει να αποκαθιστά τη διαθεσιμότητα των C-27J, τα οποία θα ανακουφίσουν το έργο των εκσυγχρονισμένων C-130B/H. Αντίστοιχο ρόλο επιτελεί στην THK ο ευμεγέθης στόλος των CN-235M-100, ορισμένα από τα οποία έχουν διαμορφωθεί για την κάλυψη ειδικών αναγκών. Με την απόσυρση των F-5A/B 2000, η προκεχωρημένη και επιχειρησιακή εκπαίδευση των χειριστών της THK διεξάγεται με εκσυγχρονισμένα αεροσκάφη T-38M. Στο βασικό εκπαιδευτικό στάδιο, τα εγχώρια Hürkuş-B θα συμπληρώσουν τα ΚΤ-1Τ, τα οποία έχουν αντικαταστήσει πλήρως τα T-37B/C. Οι αντίστοιχοι ρόλοι στην ΠΑ, δεδομένης της απόσυρσης των A-7E/TA-7C, στα οποία εκτελούταν η Εκπαίδευση Εισαγωγής σε Μαχητικά (LIFT), αναλαμβάνονται από τα πεπαλαιωμένα T-2C/E και τα T-6A, η διαθεσιμότητα των οποίων αποκαθίσταται σταδιακά. Το επίπεδο της επιχειρησιακής εκπαίδευσης των χειριστών της THK αναβαθμίζεται καθοριστικά χάρη στο πεδίο EHTES και τα ατρακτίδια Οργανολογίας Ελιγμών Εναέριας Μάχης (ACMI).
Η περιορισμένη διαθεσιμότητα των Μη Επανδρωμένων Εναέριων Οχημάτων (UAV) των τύπων Heron και Aerostar, ισραηλινής προέλευσης, υποχρέωσαν την THK στη διετή μίσθωση αεροσκαφών King Air 350, προκειμένου να αναλάβουν αποστολές Πληροφοριών, Επιτήρησης και Αναγνώρισης (ISR), εν αναμονή της επίλυσης των προβλημάτων του UAV Anka, μετά τη συντριβή δεύτερου οχήματος του τύπου στις 6 Δεκεμβρίου 2013. Από την πλευρά της η ΠΑ αξιοποιεί πλήρως τα UAV ΠΗΓΑΣΟΣ II, τα οποία επιχειρούν με τη Μοίρα Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών και έχουν ήδη συμμετάσχει σε ασκήσεις τόσο της ΠΑ, όσο και διακλαδικές.
_____________
e-Amyna Τελευταία ενημέρωση: 02/09/2014
Παράλληλα αποτελεί βάση δεδομένων που επικαιροποιούνται σε πραγματικό χρόνο, παρέχοντας άμεση, δομημένη και εύκολα προσβάσιμη ενημέρωση. Περαιτέρω, επιβεβαιώνοντας το καινοτόμο πνεύμα που τη διαπνέει από τη δημιουργία της, η e-Amyna προσφέρει τη δημοσίευση σε μορφή φορητού εγγράφου (pdf) προς όλους τους αναγνώστες της. Με τον τρόπο αυτό εκφράζει έμπρακτα την ευγνωμοσύνη της για την εξαιρετική υποδοχή τους και ταυτόχρονα δημιουργεί την πρώτη διαδικτυακή αμυντική έκδοση αναφοράς στον ελληνικό χώρο.
Προσωπικό Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων
Η προβλεπόμενη οροφή προσωπικού των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΕΕΔ) από τον καιρό της ειρήνης ανέρχεται σε 134.000, εκ των οποίων 90.000 στο Στρατό Ξηράς, 19.000 στο Πολεμικό Ναυτικό και 25.000 στην Πολεμική Αεροπορία. Ο συνολικός αριθμός του μισθοδοτούμενου στρατιωτικού και πολιτικού προσωπικού του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ) ανέρχεται σε 87.684 (Μάιος 2014). Ειδικότερα και με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (μισθοδοσία Νοεμβρίου 2012), στο Στρατό Ξηράς υπηρετούσαν 51.531 στελέχη, στο Πολεμικό Ναυτικό 16.722 και στην Πολεμική Αεροπορία 22.155, συμπεριλαμβανομένων 8.163 πολιτικού προσωπικού. Οι ΕΕΔ αντιμετωπίζουν οξύ πρόβλημα ανανέωσης του στελεχιακού τους δυναμικού λόγω της παρατεταμένης αδυναμίας προσλήψεων Επαγγελματιών Οπλιτών, των παραιτήσεων και συνταξιοδοτήσεων του μόνιμου προσωπικού καθώς και της μείωσης του αριθμού εισακτέων στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και τις Ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Υπαξιωματικών. Επιπλέον, η φυγοστρατία σε συνδυασμό με το έντονο δημογραφικό πρόβλημα της χώρας οδηγούν σε μειωμένη απόδοση των Στρατολογικών Κλάσεων, η οποία δεν υπερβαίνει πλέον τους 50.000 στρατευσίμους ετησίως. Ως εκ τούτου, η μείωση της διάρκειας της στρατιωτικής θητείας στους 9 μήνες επέφερε καίριο πλήγμα στην επάνδρωση των ΕΕΔ. Το σύνολο του ενεργού προσωπικού συμπληρώνεται σε περίοδο πολέμου με κινητοποίηση εφεδρειών, ανερχόμενο σε 253.500.Προσωπικό Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων
Οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις (Türk Silahlι Kuvvetleri: TSK) βρίσκονται στα πρόθυρα εκ βάθρων αναδιοργάνωσης, η οποία περιλαμβάνει σε πρώτη φάση την αναδιάρθρωση και πλήρη αποδέσμευση της Χωροφυλακής και της Ακτοφυλακής από το Υπουργείο Άμυνας (MSB) καθώς και τη μετεξέλιξη των υπόλοιπων Κλάδων (Χερσαίες, Ναυτικές και Αεροπορικές Δυνάμεις, κατά την τουρκική ορολογία) σε αμιγώς επαγγελματικούς μακροπρόθεσμα. Το σύνολο του μόνιμου και έφεδρου προσωπικού των ΤSK ανέρχεται σήμερα σε 675.329, εκ των οποίων 622.142 στρατιωτικό και 53.187 πολιτικό προσωπικό, που κατανέμεται ως εξής: 478.877 στις Χερσαίες, Ναυτικές και Αεροπορικές Δυνάμεις, 191.046 στη Χωροφυλακή και 5.406 στην Ακτοφυλακή. Συγκεκριμένα και με βάση επίσημα στοιχεία Ιουλίου 2014, από τους 478.877 που υπηρετούν στις Χερσαίες, Ναυτικές και Αεροπορικές Δυνάμεις, οι 147.766 αποτελούν μόνιμο στρατιωτικό προσωπικό (Αξιωματικοί, Υπαξιωματικοί, Επαγγελματίες Οπλίτες), οι 282.389 είναι στρατεύσιμοι και οι 48.712 πολιτικό προσωπικό. Η από 1ης Ιανουαρίου 2014 εφαρμοθείσα μείωση της στρατιωτικής θητείας στους 12 μήνες για τους αποφοίτους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και τους 6 μήνες για αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν επηρέασε τις προβλεπόμενες οροφές στις TSK, oι οποίες αναμένονται να μειωθούν δραστικά με την υλοποίηση του φιλόδοξου Σχεδίου Αναδιοργάνωσης 2033 («TSK 2033 Yeniden Yapılanma Projesi»).Ισοζύγιο Χερσαίας Ισχύος
Ο Τουρκικός Στρατός (TKK) έχει συγκεντρώσει το σύνολο των αρμάτων μάχης με πυροβόλο διαμετρήματος 120mm (Leopard-2A4, M-60T Sabra) και των εκσυγχρονισμένων με πυροβόλο 105mm (Leopard-1T) σε επιλαρχίες της Ανατολικής Θράκης, γεγονός ενδεικτικό των προθέσεών του. Το αρματικό δυναμικό της 1ης Στρατιάς του TKK υπολογίζεται κατά προσέγγιση σε 1.500 άρματα μάχης, περιλαμβανομένων παλαιοτέρων τύπων με θερμικό σκοπευτικό και δυνατότητα βολών εν κινήσει (Μ60Α3 TTS και Μ48Α5Τ2). Αντίστοιχα, οι Μείζονες Σχηματισμοί του Ελληνικού Στρατού (ΕΣ) με προσανατολισμό ή προορισμό το μέτωπο του Έβρου διαθέτουν περί τα 800 άρματα μάχης, περιλαμβανόμενων 353 με πυροβόλο των 120mm (Leopard 2HEL, Leopard 2A4) ενώ τα υπόλοιπα είναι Leopard 1A5. Ο ΕΣ απολαμβάνει ποιοτικό πλεονέκτημα χάρη στο μεγαλύτερο δραστικό βεληνεκές, τον βλητικό υπολογιστή και τη θωράκιση των αρμάτων μάχης Leopard-2HEL, τα οποία αναμένονται να αξιοποιηθούν πλήρως με την απόκτηση σύγχρονων πυρομαχικών των 120mm. Η έλλειψη αυτή αποτέλεσε επί χρόνια τροχοπέδη στους σχεδιασμούς του ΕΣ για το αρματικό του δυναμικό που πέραν των προφανών περιλαμβάνουν και την αποδέσμευση προς την ΑΣΔΕΝ σημαντικού αριθμού M-48A5 MOLF, τα οποία μέχρι πρότινος διατηρούνταν ως εφεδρικά στις Τεθωρακισμένες Ταξιαρχίες του Δ΄Σώματος Στρατού. H συγκέντρωση των τελευταίων στα νησιά του Αιγαίου αποσκοπεί στην ταχεία εξουδετέρωση εχθρικών προγεφυρωμάτων.
Ο κύριος όγκος των τεθωρακισμένων οχημάτων του TKK αποτελείται από εγχώριας ανάπτυξης AIFV, περιορισμένων αλλά πάντως υπέρτερων δυνατοτήτων σε σύγκριση με τα οχήματα σειράς Μ, με συνέπεια να αποτελούν έναν υπολογίσιμο παράγοντα. Η ύπαρξη Τεθωρακισμένων Οχημάτων Μάχης (ΤΟΜΑ) στο τουρκικό οπλοστάσιο δημιουργεί ποιοτικό πλεονέκτημα για τον ΤΚΚ, ενώ αντίθετα η έλλειψή τους στον ΕΣ, δεδομένου ότι δεν προσμετρώνται τα ευρισκόμενα στη δύση του επιχειρησιακού βίου τους BMP-1, υποβαθμίζει τη μαχητική ικανότητα του Μηχανοκίνητου Πεζικού και πολλαπλασιάζει την αναντιστοιχία των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του σε σχέση με το αρματικό δυναμικό. Πάντως, ο μεγάλος αριθμός τροχοφόρων οχημάτων ειδικών κατηγοριών σχετίζεται με τις ιδιαίτερες ανάγκες της Τουρκίας, δεδομένου ότι η πλειοψηφία τους χρησιμοποιείται από Μονάδες του TKK και της Χωροφυλακής σε επιχειρήσεις στις νοτιοανατολικές επαρχίες της χώρας.
Η ισορροπία που παρατηρείται στον τομέα των βαρέων όπλων πεζικού διαταρράσσεται κατά περίπτωση λόγω των διαφορετικών επιχειρησιακών προτεραιοτήτων των δύο στρατευμάτων. Στο γεγονός αυτό οφείλεται η απόκτηση περισσότερων σύγχρονων A/T όπλων (Kornet-E) και ικανότερων φορέων τους (M901 A2 ITV) στον αμυντικά προσανατολισμένο ΕΣ, καθώς και η ύπαρξη όπλων υποστήριξης μεγάλου βεληνεκούς (Α/Κ όλμοι 120 mm) στον δυνητικά επιτιθέμενο TKK. Η σύνθεση του οπλοστασίου του ΕΣ επηρεάζεται επίσης από το ιδιόμορφο επιχειρησιακό περιβάλλον του Αιγαίου, όπου τα A/T όπλα θα έχουν πρωτίστως αντιαποβατικό ρόλο, όπως αποκαλύπτει η ύπαρξη μεγάλου αριθμού βλημάτων Kornet με θερμοβαρική πολεμική κεφαλή.
Ο τεράστιος αριθμός πυροβόλων 155mm/52cal δημιουργεί σοβαρή ανισορροπία δυνάμεων υπέρ του TKK, συγκρινόμενος με τα μόλις 24 PzH-2000GR του ΕΣ. Ανάλογα ίσχυαν για τα πυροβόλα 155mm/39cal, όμως η δυσμενής για τον ΕΣ αναλογία μετριάσθηκε με την έλευση των M109 A3 GE A1/A2. Ο αριθμός των άμεσα διαθέσιμων σωλήνων και το μέγιστο βεληνεκές των συστημάτων θα διαδραματίσουν καίριο ρόλο σε ενδεχόμενη περίπτωση αντιπαράθεσης, τόσο στον Έβρο, όπου όλοι οι σχηματισμοί του TKK έχουν εφοδιαστεί με δύο Μοίρες των 24 σωλήνων, έναντι μίας των 12, 18 ή 24 σωλήνων του ΕΣ, όσο και στο Αιγαίο, όπου περισσότερα ελληνικά νησιά μπορούν να βρεθούν υπό το συνεχές πυρ του εχθρικού πυροβολικού από τα τουρκικά παράλια. Επίσης ο TKK αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στο πυραυλικό πυροβολικό, το οποίο προσφέρει υψηλό όγκο πυρών και δυνατότητα πλήγματος σε βάθος. Για το λόγο αυτό αναπτύχθηκε σειρά εγχώριων συστημάτων, η οποία περιλαμβάνει από απλούς Πολλαπλούς Εκτοξευτές Πυραύλων (ΠΕΠ) μικρού και μέσου βεληνεκούς μέχρι εκτοξευτές ρουκετών μεγάλου διαμετρήματος και βεληνεκούς και τακτικά βαλλιστικά βλήματα. Είναι προφανές ότι τα αντίστοιχα ελληνικά μέσα (MLRS/ATACMS, RM-70) θα αναλάβουν σημαντικό μέρος της προσπάθειας αντιμετώπισης τυχόν εχθρικού εγχειρήματος, όμως απαιτείται αναβάθμιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων τους, κυρίως μέσω της εισαγωγής νέων τύπων πυρομαχικών. Επίσης, δεδομένης της καταλυτικής σημασίας που έχει ο έγκαιρος εντοπισμός των εχθρικών δυνάμεων, είναι αυταπόδεικτη η αξία των μέσων επιτήρησης, πρόσκτησης και κατάδειξης στόχων.
Αντίστροφος είναι ο συσχετισμός δυνάμεων στον τομέα του Α/Α Πυροβολικού, αντικατοπτρίζοντας το διαφορετικό επιχειρησιακό προσανατολισμό των δύο πλευρών. Ο TKK περιορίζεται σε Αντιαεροπορικά Συστήματα Πολύ Μικρού Βεληνεκούς (VSHORADS), με σκοπό την εγγύς Α/Α προστασία των δυνάμεων ελιγμού του. Αντίθετα, ο ΕΣ διαθέτει πλειάδα αξιόλογων συστημάτων πολύ μικρού, μικρού και μέσου βεληνεκούς, τα οποία θα αναλάβουν την αναχαίτιση τυχόν εχθρικής αεραποβατικής ενέργειας αλλά και την προστασία των αμυνόμενων φιλικών μονάδων και κρίσιμων εγκαταστάσεων και υποδομών από την εχθρική αεροπορία, η οποία θα υποστηρίζει τυχόν τουρκική επιθετική ενέργεια.
.
Η αξία των αεροκίνητων επιχειρήσεων αποδείχθηκε για τον TKK υπό πραγματικές συνθήκες, κατά τον πόλεμο στους ορεινούς όγκους του Κουρδιστάν. Κατά συνέπεια, η Τουρκία επί σειρά ετών επενδύει στην προμήθεια μεγάλου αριθμού σύγχρονων ελικοπτέρων μέσης μεταφορικής ικανότητας S-70A Black Hawk και AS532 UL Cougar, τα οποία αποτελούν βασική προϋπόθεση για την απόκτηση αποτελεσματικής δυνατότητας εναέριας εφόδου. Τα ελικόπτερα αυτά αντιπροσωπεύουν μία από τις οξύτερες απειλές για τον ελληνικό αμυντικό σχεδιασμό, προσθέτοντας το στοιχείο του κατακόρυφου ελιγμού σε περίπτωση αιφνιδιαστικής εχθρικής ενέργειας. Στο Αιγαίο μία αερομεταφερόμενη δύναμη μπορεί να ενισχύσει τυχόν αμφίβια ενέργεια εναντίον μεγάλου ελληνικού νησιού ή να αποτελέσει την κύρια δύναμη εφόδου κατά μικρότερου ενώ στη Θράκη επιτρέπει τη μετάβαση εχθρικών δυνάμεων και των μέσων υποστήριξής τους στην περιοχή των επιχειρήσεων, ή, χειρότερα, στα μετόπισθεν αυτής. Η απόκτηση βαρέων μεταφορικών ελικοπτέρων από τον TKK θα ολοκληρώσει την επιχειρησιακή δυνατότητα εναέριας εφόδου ενώ η μαζική ένταξη σε υπηρεσία των εγχώριας ανάπτυξης επιθετικών ελικοπτέρων T129 θα κλιμακώσει την απειλή κατά των τεθωρακισμένων σχηματισμών του ΕΣ.
Η αξιοποίηση των επιθετικών ελικοπτέρων AH-64A+/DHA Apache από τον ΕΣ προσέδωσε στην Αεροπορία Στρατού εκτεταμένες δυνατότητες, οι οποίες στο μέλλον θα πρέπει να διαφυλαχθούν και να επαυξηθούν, δεδομένου του καθοριστικού ρόλου που τα εν λόγω ελικόπτερα θα κληθούν να διαδραματίσουν στο Αιγαίο και τη Θράκη. Η συμβολή των βαρέων μεταφορικών ελικοπτέρων CH-47SD/DG Chinook είναι προφανώς καθοριστική στη μεταφορά δυνάμεων στα μέτωπα αυτά, όμως η κατάσταση στα ελαφρύτερα μεταφορικά ελικόπτερα είναι πλέον απαράδεκτη. Η ολοκλήρωση του πολύπαθου προγράμματος NH90 θα επιφέρει μεν σημαντική βελτίωση, όμως μόνη της δεν συνιστά συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος, η επίλυση του οποίου απαιτεί την εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων.
Ισοζύγιο Ναυτικής Ισχύος
Τα υποβρύχια των κλάσεων GÜR και PREVEZE αποτελούν τις κύριες μονάδες του στόλου υποβρυχίων του Τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού (TDK), διαθέτοντας σύγχρονα συστήματα σόναρ και διαχείρισης μάχης, κυρίως όμως προηγμένες τορπίλες DM2A4. Το TDK σχεδιάζει την απόκτηση έξι υποβρυχίων κλάσης CERBE, τα οποία θα βασίζονται στον Τύπο 214 αλλά θα διαθέτουν εγχώριας ανάπτυξης συστήματα μάχης και τορπίλες Mk48 Mod6AT AUR, προκειμένου να αντικαταστήσει τα ισάριθμα υποβρύχια κλάσης ATILAY, περιορισμένων επιχειρησιακών δυνατοτήτων. Όμως το χρονοδιάγραμμα του σχετικού προγράμματος ήδη γνωρίζει διετή υπέρβαση, με αποτέλεσμα τη μετάθεση, προς το παρόν, του χρόνου παράδοσης της πρώτης μονάδας για το έτος 2020. Επομένως, οι τρέχουσες επιδόσεις μέγιστου βάθους κατάδυσης και, κυρίως, αυτονομίας με αθόρυβη πλεύση των υποβρυχίων του TDK υπολείπονται δραματικά εκείνων του ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ (S120), αρχικού υποβρυχίου Τύπου 214 του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) και, για την ώρα, μοναδικού υποβρυχίου με σύστημα Πρόωσης Ανεξάρτητης του Αέρα (AIP) στο Αιγαίο. Ο στόλος υποβρυχίων του ΠΝ θα δεχθεί αποφασιστική ενίσχυση με την παράδοση του δεύτερου σκάφους του τύπου, ΠΙΠΙΝΟΣ (S121), έως το τέλος του 2014 και των υπόλοιπων δύο, καθώς και του, τεχνολογίας AIP πλέον, ΩΚΕΑΝΟΣ (S118), έως τις αρχές του 2016. Η προμήθεια έξι συστοιχιών συσσωρευτών, οι οποίοι θα παραδοθούν σταδιακά έως το τέλος του ίδιου έτους, θα αυξήσει τη διαθεσιμότητα των ισάριθμων υποβρυχίων των κλάσεων ΓΛΑΥΚΟΣ και ΠΟΣΕΙΔΩΝ και θα επιτρέψει τη διατήρησή τους σε υπηρεσία, για μια οκταετία τουλάχιστον.
Η αδιάκοπη αναβάθμιση του εξοπλισμού μάχης των κύριων μονάδων στόλου του TDK ευθύνεται για την απόκτηση σοβαρού ποιοτικού προβαδίσματος, εντελώς αναντίστοιχου προς το περιορισμένο αριθμητικό πλεονέκτημά του, σε σχέση με το ΠΝ. Πέραν της επιχειρησιακής δυνατότητας αντιαεροπορικού πολέμου περιοχής, στηριζόμενης στο βλήμα SM-1 MR, την οποία το ΠΝ στερείται από καιρό, το TDK επιδεικνύει πλέον σαφή υπεροχή, διαζευκτικά ή σωρευτικά, στον αριθμό των κύριων μονάδων στόλου με ραντάρ επιτήρησης αέρος τριών διαστάσεων, σύγχρονο σύστημα διαχείρισης μάχης, εγχώριας μάλιστα ανάπτυξης στην περίπτωση των φρεγατών κλάσης GABYA, σύστημα κατακόρυφης εκτόξευσης κατευθυνόμενων βλημάτων και ικανότητα εκτόξευσης βλημάτων RIM-162 ESSM. Ανάλογου τεχνολογικού επιπέδου εξοπλισμό διαθέτουν οι σύγχρονες κορβέτες κλάσης ADA, η ένταξη των οποίων στο TDK επιβεβαίωσε την αυτόνομη ικανότητα σχεδίασης, ναυπήγησης και ολοκλήρωσης συστημάτων κύριων μονάδων επιφανείας. Στον καταιγισμό των εξελίξεων αυτών αντιπαρατίθεται μόλις ο Εκσυγχρονισμός Μέσης Ζωής έξι φρεγατών κλάσης ΕΛΛΗ του ΠΝ, ο οποίος επιμήκυνε τη χρονική διάρκεια ζωής τους, αύξησε την αξιοπιστία και διαθεσιμότητα των υποσυστημάτων τους και αναβάθμισε τον εξοπλισμό ναυτιλίας, διαχείρισης μάχης και ηλεκτρονικού πολέμου, όμως άφησε άθικτα τα εγκατεστημένα οπλικά συστήματα, με συνέπεια να συμβάλει οριακά στον περιορισμό της ποιοτικής υπεροχής του TDK. Ως εκ τούτου και με δεδομένη τη με άλλο τρόπο αδυναμία βραχυπρόθεσμης αριθμητικής ενίσχυσης των κύριων μονάδων στόλου του ΠΝ, το καθήκον αυτό επαφίεται πλέον αποκλειστικά στο σχεδιαζόμενο Εκσυγχρονισμό Μέσης Ζωής των τεσσάρων φρεγατών κλάσης ΥΔΡΑ του ΠΝ, ο οποίος αποκτά πλέον επείγοντα χαρακτήρα, δεδομένης της ηλικίας των πλοίων, τα οποία εντάχθηκαν σε υπηρεσία μεταξύ Οκτωβρίου 1992 και Δεκεμβρίου 1998. Για το πρόγραμμα αυτό η Ειδική Διαρκής Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων της Βουλής των Ελλήνων έχει ήδη εγκρίνει τη διάθεση ποσού 400 εκατ. ευρώ σε βάθος 15ετίας.
Ο εκτεταμένος στόλος ΤΠΚ του TDK αποτελείται από σκάφη τριών κλάσεων με κλιμακωτά αναβαθμισμένο ηλεκτρονικό εξοπλισμό επιτήρησης, ελέγχου βολής και διαχείρισης μάχης, απαράλλακτο όμως κύριο οπλισμό κύριων πυροβόλων και κατευθυνόμενων βλημάτων Harpoon. Όλα τα σκάφη επιτυγχάνουν υψηλή μέγιστη ταχύτητα, αυτά δε της κλάσης KILIÇ επιπρόσθετα διαθέτουν χαρακτηριστικά περιορισμού της ραδιοτομής της υπερκατασκευής. Τα ΤΠΚ του ΠΝ υστερούν αριθμητικά, όμως σημαντικό παράγοντα διαφοροποίησης αποτελούν τα σκάφη κλάσης ΡΟΥΣΣΕΝ, τα οποία σύντομα θα γίνουν πέντε, μετά την επικείμενη παράδοση του ΡΙΤΣΟΣ (P71): Διαθέτοντας ενεργό σύστημα άμυνας κατά βλημάτων, βασισμένο στο Βλήμα Περιστρεφόμενης Ατράκτου (RAM) και, από το τέταρτο σκάφος, προηγμένα κατευθυνόμενα βλήματα MM40 Exocet Block 3, τα σκάφη αυτά διαθέτουν τις πληρέστερες δυνατότητες Πολέμου Επιφανείας μεταξύ όλων των τύπων ΤΠΚ στο Αιγαίο.
Το TDK θέτει συνεχώς σε υπηρεσία πρόσθετα πλοία κλάσης TUZLA, κύρια αποστολή των οποίων είναι η ανθυποβρυχιακή περιπολία στις προσεγγίσεις ναυστάθμων και εγκαταστάσεών του, όπως υποδεικνύει η εγκατάσταση εμπορικού σόναρ χαμηλής συχνότητας, γενικής χρήσης και εκτοξευτή ανθυποβρυχιακών ρουκετών. Αντιθέτως, ο εκτενέστερος ηλεκτρονικός εξοπλισμός και ο βαρύτερος κύριος οπλισμός των σύγχρονων περιπολικών πλοίων του ΠΝ αποκαλύπτει την πρόθεση χρήσης τους σε ρόλους συνοδείας και επιτήρησης επιφανείας.
Η εγγύτητα των νησιών του Αιγαίου στα τουρκικά παράλια εξηγεί την προτίμηση του TDK σε Σκάφη Απόβασης Αρμάτων (LCT), από τα οποία οκτώ ανήκουν στον νέο τύπο Ç151, ταχύτητας 20 kts. Αντίθετα, τρία από τα τέσσερα Πλοία Απόβασης Αρμάτων (LST) του TDK έχουν πρόθεμα ταξινόμησης NL, υποδηλώνοντας πως έχουν ως κύρια αποστολή τη ναρκοθέτηση. Η κατάσταση αυτή αναμένεται να μεταβληθεί από το έτος 2017, όταν θα αρχίσουν οι παραδόσεις των δύο νέων LST κλάσης BAYRAKTAR, με εκτεταμένο εξοπλισμό επιτήρησης αέρος, διαχείρισης μάχης και άμυνας κατά βλημάτων. Παράλληλα, στις 19 Φεβρουαρίου 2014 άρχισαν διαπραγματεύσεις μεταξύ του SSM και της Navantia, για την ναυπήγηση ενός Αποβατικού Μεταφορικού Δεξαμενής (LPD), το οποίο υπολογίζεται ότι θα εισέλθει σε υπηρεσία το έτος 2021. Από την πλευρά του, το ΠΝ αναμένει την υπογραφή σύμβασης Εν Συνεχεία Υποστήριξης (FOS) για τα Πλοία Ταχείας Μεταφοράς τύπου Zubr, προκειμένου να αυξηθεί ο αριθμός τους σε υπηρεσία και ταυτόχρονα εφαρμόζει λύσεις για την καλύτερη αξιοποίηση των αρματαγωγών κλάσης ΣΑΜΟΣ.
Η γεωγραφία των Στενών και των δυτικών ακτών της Τουρκίας εξηγεί τον εκτεταμένο στόλο ναρκοθηρευτικών του TDK, εκ των οποίων τα σκάφη κλάσης AYDIN είναι ναυπηγημένα από αμαγνητικό χάλυβα και διαθέτουν συστήματα ναρκοθηρίας τεχνολογίας αιχμής. Ο αντίστοιχος εξοπλισμός των ναρκοθηρευτικών του ΠΝ, ιδίως του τύπου Osprey, επαρκεί για την εκτέλεση της αποστολής τους, όχι όμως και ο συνολικός αριθμός των τεσσάρων μόλις πλοίων της Διοίκησης Ναρκοπολέμου.
Το TDK αναμένει την ένταξη σε υπηρεσία του Μητρικού Πλοίου (MOSHIP) διάσωσης υποβρυχίων κλάσης ALEMDAR, το οποίο καθελκύσθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στις 29 Απριλίου 2014. Από την άλλη, το ΠΝ αξιοποιεί τις ευρείες δυνατότητες του Πλοίου Γενικής Υποστήριξης ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ, με σκοπό τη συνδρομή των υπηρεσιών πολιτικής προστασίας και την παροχή περίθαλψης σε κατοίκους απομακρυσμένων νησιών του Αιγαίου, πέραν της συμμετοχής του σε αμιγώς επιχειρησιακές αποστολές εθνικού και διεθνούς επιπέδου.
Η μαζική επένδυση του TDK στην Αεροπορία Ναυτικού εξηγείται από την εξαγγελία των προγραμμάτων ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ και ΠΟΔΕΙΔΩΝ II, με τα οποία το ΠΝ σχεδίαζε την απόκτηση επτά ή οκτώ υποβρυχίων τεχνολογίας AIP. Ως αποτέλεσμα, το TDK απέκτησε εκτεταμένο στόλο σύγχρονων ελικοπτέρων, η αναλογία των οποίων ανά κύρια μονάδα στόλου με αντίστοιχη δυνατότητα υποδοχής τους υπερβαίνει κατά πολύ την αντίστοιχη του ΠΝ. Τα ελικόπτερα S-70B/B-28 διαθέτουν ανθυποβρυχιακό εξοπλισμό τεχνολογίας αιχμής, προηγμένες τορπίλες Mk54 Mod0 και κατευθυνόμενα βλήματα Penguin και Hellfire, ενώ σύγχρονος είναι ο αντίστοιχος εξοπλισμός των ελικοπτέρων AB 212ASW του TDK.
Επίσης, μετά από πολυετή καθυστέρηση, παραλήφθηκαν έξι CN-235D/K, τα οποία διαθέτουν αξιόλογο εξοπλισμό εντοπισμού υποβρυχίων ή στόχων επιφανείας και διαχείρισης μάχης, εν αναμονή των παραδόσεων ισάριθμων ATR 72-600T MPA, με πανομοιότυπο εξοπλισμό, οι οποίες αναμένεται να αρχίσουν το Φεβρουάριο 2017 και να ολοκληρωθούν στο τέλος του 2018.
Το ΠΝ εστιάζει το ενδιαφέρον του στην υλοποίηση λύσεων που σχετίζονται με τη συντήρηση κινητήρων των ελικοπτέρων S-70B/B-6 Αegean Hawk και την ενίσχυση της διαθεσιμότητας και της αποτελεσματικότητας των ελικοπτέρων AB 212ASW. Αντιπροσωπευτική είναι η ολοκλήρωση της πρώτης Μείζονος Ενισχυμένης Επιθεώρησης (MRI) από την 1η Μοίρα Ελικοπτέρων Ναυτικού (ΜΕΝ) και η εγκατάσταση του τακτικού συστήματος OCTOPUS, το οποίο επιτρέπει την ολοκλήρωση δεδομένων από αισθητήρες και συστήματα του ελικοπτέρου και τη μετάδοσή τους σε άλλους φορείς. Επίσης, αναμένεται η τελική απόφαση σχετικά με τους ρόλους που θα αναλαμβάνουν τα τέσσερα P-3B Orion που θα επαναφερθούν σε υπηρεσία, από την οποία θα εξαρτηθεί η επιλογή του ηλεκτρονικού εξοπλισμού αποστολής που θα δεχθούν, μετά την επέκταση του ορίου ζωής τους κατά 15.000 ώρες πτήσης.
Ισοζύγιο Αεροπορικής Ισχύος
Η αξιοσημείωτη, για πρώτη φορά μετά από καιρό, μείωση του αριθμού τακτικών μαχητικών της Τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας (THK) σε λιγότερα από 300, αποκρύπτει το σοβαρό ποιοτικό προβάδισμά τους σε σύγκριση με αυτά της Πολεμικής Αεροπορίας (ΠΑ). Η αναβάθμιση του ηλεκτρονικού εξοπλισμού αποστολής των τουρκικών μαχητικών F-16C/D έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ομοιογενούς στόλου, με επιχειρησιακές δυνατότητες τις οποίες επιδεικνύει σημαντικά κατώτερος αριθμός ελληνικών μαχητικών. Η εκτεταμένη ομοιοτυπία του στόλου των F-16C/D της THK παρέχει αυταπόδεικτα οφέλη στους τομείς της εκπαίδευσης και της εφοδιαστικής υποστήριξης ενώ η πρόσβαση στους πηγαίους κώδικες του λογισμικού των συστημάτων πτήσης και ελέγχου πυρός εξασφαλίζει τη διαρκή δυνατότητα ολοκλήρωσης οπλικών και άλλων συστημάτων. Επίσης, η απαλλαγή από παλαιούς τύπους μαχητικών με αμελητέα επιχειρησιακή προσφορά, επιτρέπει τη διάθεση πολύτιμων πόρων στην αξιοποίηση των σύγχρονων αεροσκαφών και την περαιτέρω επαύξηση των δυνατοτήτων τους, με την ενσωμάτωση σύγχρονου εξοπλισμού και όπλων. Εντούτοις, οι πολιτικές εξελίξεις καθιστούν αμφίβολη την υποστήριξη κρίσιμων υποσυστημάτων ισραηλινής προέλευσης των F-4E/2020 και συνεπώς τη συνολική διαθεσιμότητά τους. Σημαντικότερο όμως πλήγμα για την THK αποτελούν οι αθρόες παραιτήσεις από τις τάξεις της έμπειρων χειριστών, τριψήφιου αριθμού για κάθε έτος της τελευταίας τετραετίας, χωρίς μάλιστα εμφανή τάση ανακοπής.
Από την πλευρά της, η ΠΑ επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στη διατήρηση υψηλών προτύπων στον τομέα της εκπαίδευσης και την υποστήριξη των σύγχρονων εκδόσεων των μαχητικών Mirage 2000-5 Mk2 και F-16C/D, παρακολουθώντας ταυτόχρονα στενά τις τρέχουσες εξελίξεις στα διεθνώς προσφερόμενα προγράμματα αναβάθμισης των τελευταίων. Όμως, η προτεραιότητα στην επίτευξη ομοιοτυπίας είναι χαμηλότερη, δεδομένου ότι την απόσυρση των A-7E/TA-7C δε θα ακολουθήσει αυτή των ακόμη δαπανηρότερων στην λειτουργία και υποστήριξη RF-4E, τα οποία θα παραμείνουν σε υπηρεσία, σε χωριστή μάλιστα Μοίρα αν και σε μειωμένους αριθμούς, τα επόμενα έτη. Η ΠΑ υπερέχει σαφώς της THK στον τομέα των βλημάτων αέρος-αέρος τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και στην αναλογία τους ανά αεροσκάφος, δεδομένου ότι 216 μαχητικά της διαθέτουν δυνατότητα βολής βλημάτων BVR ενεργού καθοδήγησης ραντάρ, έναντι 238 της THK, στα οποία δε συμπεριλαμβάνονται τα εκσυγχρονισμένα F-4ET/2020. Η υπεροχή αυτή όμως μετριάζεται τόσο ποσοτικά, λόγω της επιχειρησιακής χρήσης από την THK του βλήματος WVR AIM-9X, όσο και ποιοτικά, εξ αιτίας της μαζικής εισαγωγής σε υπηρεσία του Διακλαδικού Συστήματος Υπόδειξης Εγκατεστημένου στην Κάσκα (JHMCS) των χειριστών των F-16C/D.
Η ΤΗΚ προβαίνει σε μαζική απόκτηση όπλων χερσαίας προσβολής, ιδίως μακρού βεληνεκούς, προκειμένου να αναπληρώσει τα αποθέματά που μειώνονται λόγω των εντατικών επιχειρήσεων στο Κουρδιστάν, αλλά και να υπερβεί τους περιορισμούς που θέτουν οι προμηθεύτριες χώρες. Οι προμήθειες αφορούν κυρίως τους Πυραύλους Απομακρυσμένης Προσβολής Χερσαίων Στόχων – Διευρυμένης Απόκρισης (SLAM-ER) AGM-84K και τους εγχώριους Πυραύλους Μεγάλου Βεληνεκούς (SOM).
Η ΠΑ εξακολουθεί να διαθέτει όπλα χωρίς αντίστοιχα στο τουρκικό οπλοστάσιο, όπως το Αυτόνομο Συμβατικό Σύστημα Πλεύσης Μακράς Εμβέλειας – Γενικής Χρήσης (SCALP-EG), το βλήμα Αέρος-Επιφανείας AM39 Exocet και το Αυτόνομο Σύστημα Διανομής Ελεύθερης πτήσης (AFDS). Παρ’ όλα αυτά, παρατηρείται εμφανής έλλειψη επαρκούς αριθμού σύγχρονων ατρακτιδίων ναυτιλίας / στόχευσης, σε σύγκριση με την τουρκική πλευρά.
Το επίγειο δίκτυο αεράμυνας της THK στηρίζεται σε οκτώ συστοιχίες βλημάτων MIM-14 Nike Hercules και ισάριθμες MIM-23 HAWK-XXI, με τις τελευταίες να αντικαθιστούν περιμετρικά της Κωνσταντινούπολης τις πρώτες, οι οποίες με τη σειρά τους μεταφέρθηκαν σε αντίστοιχες σταθερές θέσεις στα μικρασιατικά παράλια. Το μετακινούμενο σύστημα HAWK-XXI παρέχει αξιόλογες επιδόσεις, κατώτερες όμως των συστημάτων MIM-104 Patriot PAC-3 και S-300PMU1, οι οποίες ανήκουν σε διαφορετική κατηγορία βεληνεκούς και ύψους αναχαίτισης. Η επαναπιστοποίηση των βλημάτων του τελευταίου και η συμπλήρωση του αριθμού τους αποτελούν κρίσιμες παραμέτρους για την αποτελεσματική αξιοποίησή του, αρχικό βήμα της οποίας ήταν η επιτυχημένη πρώτη βολή του, μόλις στις 13 Δεκεμβρίου 2013. Εξίσου καίρια είναι η πλήρης διασύνδεσή του με το υπόλοιπο δίκτυο αεράμυνας της ΠΑ, πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει με επίταση η THK, εφ’ όσον εμμείνει στην αρχική επιλογή του κινεζικού συστήματος FD-2000 για το πολύπαθο πρόγραμμα T-LORAMIDS.
Οι δύο χώρες διαθέτουν πυκνό δίκτυο επίγειων ραντάρ 3D, ενταγμένο στο Επίγειο Περιβάλλον Αεράμυνας του NATO (NADGE), η Τουρκία όμως επιπρόσθετα έχει αναπτύξει ανεξάρτητο εθνικό δίκτυο στηριζόμενο σε 14 σύγχρονα ραντάρ 3D τύπου TRS-22XX και 18 σταθμούς C³. Το σύνολο των επίγειων ραντάρ είναι εξαιρετικά ευάλωτο σε περίπτωση ένοπλης σύγκρουσης, για το λόγο αυτό οι δύο πλευρές έχουν αποκτήσει Αερομεταφερόμενα Συστήματα Έγκαιρης Προειδοποίησης και Ελέγχου (ΑΣΕΠΕ). Τα δύο πρώτα από τα τέσσερα συνολικά Β-737ES MESA παραδόθηκαν στην THK μετά από μείωση των συμβατικών προδιαγραφών, προκειμένου να επιλυθεί σωρεία τεχνικών προβλημάτων που ευθύνονται για την πολυετή καθυστέρηση και τη σοβαρή υπέρβαση κόστους του προγράμματος Peace Eagle, όμως η διαθεσιμότητα των αεροσκαφών υπονομεύεται από ενδεχόμενα προσκόμματα στην υποστήριξη των ισραηλινής προέλευσης υποσυστημάτων τους. Παρ’ όλα αυτά, το πρόγραμμα αποδίδει συστήματα που ενσωματώνουν τεχνολογία αιχμής και επιδεικνύουν επιδόσεις σημαντικά ανώτερες των EMB-145H της ΠΑ. Τα τελευταία πάντως καλύπτουν επαρκώς τις ελληνικές ανάγκες και έχουν αξιοποιηθεί πλήρως από την ΠΑ, η οποία επιπλέον έχει αποκομίσει εκτεταμένη εμπειρία από τη χρήση τους σε πραγματικές αποστολές, στο πλαίσιο της Επιχείρησης «Unified Protector» του NATO.
Αμφότερες οι Αεροπορίες διαθέτουν ολοκληρωμένα συστήματα C², ενώ σημαντικές εξελίξεις για την ΠΑ ήταν η ίδρυση της 140 ΣΕΠΗΠ και η μετεγκατάσταση του Εθνικού Κέντρου Αεροπορικών Επιχειρήσεων (ΕΚΑΕ) στις πρώην εγκαταστάσεις του 7ου Κέντρου Συνδυασμένων Αεροπορικών Επιχειρήσεων (CAOC-7) στο Κουτσόχερο Λάρισας.
Με την παράδοση, στις 7 Απριλίου 2013, του πρώτου A400M Atlas, μετά από καθυστέρηση οφειλόμενη στην αμφισβήτηση της πλήρωσης των συμβατικών προδιαγραφών, η THK απέκτησε την επιχειρησιακή δυνατότητα εκτέλεσης αερομεταφορών στρατηγικής εμβέλειας, τακτικής κατατομής πτήσης.
Από την πλευρά της η ΠΑ επιτέλους αρχίζει να αποκαθιστά τη διαθεσιμότητα των C-27J, τα οποία θα ανακουφίσουν το έργο των εκσυγχρονισμένων C-130B/H. Αντίστοιχο ρόλο επιτελεί στην THK ο ευμεγέθης στόλος των CN-235M-100, ορισμένα από τα οποία έχουν διαμορφωθεί για την κάλυψη ειδικών αναγκών. Με την απόσυρση των F-5A/B 2000, η προκεχωρημένη και επιχειρησιακή εκπαίδευση των χειριστών της THK διεξάγεται με εκσυγχρονισμένα αεροσκάφη T-38M. Στο βασικό εκπαιδευτικό στάδιο, τα εγχώρια Hürkuş-B θα συμπληρώσουν τα ΚΤ-1Τ, τα οποία έχουν αντικαταστήσει πλήρως τα T-37B/C. Οι αντίστοιχοι ρόλοι στην ΠΑ, δεδομένης της απόσυρσης των A-7E/TA-7C, στα οποία εκτελούταν η Εκπαίδευση Εισαγωγής σε Μαχητικά (LIFT), αναλαμβάνονται από τα πεπαλαιωμένα T-2C/E και τα T-6A, η διαθεσιμότητα των οποίων αποκαθίσταται σταδιακά. Το επίπεδο της επιχειρησιακής εκπαίδευσης των χειριστών της THK αναβαθμίζεται καθοριστικά χάρη στο πεδίο EHTES και τα ατρακτίδια Οργανολογίας Ελιγμών Εναέριας Μάχης (ACMI).
Η περιορισμένη διαθεσιμότητα των Μη Επανδρωμένων Εναέριων Οχημάτων (UAV) των τύπων Heron και Aerostar, ισραηλινής προέλευσης, υποχρέωσαν την THK στη διετή μίσθωση αεροσκαφών King Air 350, προκειμένου να αναλάβουν αποστολές Πληροφοριών, Επιτήρησης και Αναγνώρισης (ISR), εν αναμονή της επίλυσης των προβλημάτων του UAV Anka, μετά τη συντριβή δεύτερου οχήματος του τύπου στις 6 Δεκεμβρίου 2013. Από την πλευρά της η ΠΑ αξιοποιεί πλήρως τα UAV ΠΗΓΑΣΟΣ II, τα οποία επιχειρούν με τη Μοίρα Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών και έχουν ήδη συμμετάσχει σε ασκήσεις τόσο της ΠΑ, όσο και διακλαδικές.
Ισοζύγιο Στρατιωτικής Ισχύος στην Κύπρο
Mε την παράνομη εισβολή και κατοχή, την εκδίωξη των Ελλήνων από τις εστίες τους και τον συστηματικό εποικισμό του βόρειου τμήματος της Κύπρου, η Τουρκία απέκτησε το στρατιωτικό πλεονέκτημα και έθεσε σε μεγάλο βαθμό τη νήσο υπό τον στρατηγικό της έλεγχο. Οι ελεύθερες περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας τελούν υπό τη συνεχή απειλή ισχυρών δυνάμεων κατοχής που έχουν τη δυνατότητα αιφνιδιαστικής επιθετικής ενέργειας και απόκτησης στρατηγικών πλεονεκτημάτων εντός μικρού χρονικού διαστήματος. Παρά τη σημαντική οικονομική επιβάρυνση, οι δυνάμεις κατοχής αναβαθμίζονται διαρκώς και σήμερα αποτελούνται από 43.000 άνδρες, που σε πλήρη κινητοποίηση εφεδρειών αναμένεται να φτάσουν τους 74.000, με τοπική επιστράτευση και, ενδεχομένως, με ενισχύσεις από την Τουρκία. Συγκριτικά, το προσωπικό της Εθνικής Φρουράς (ΕΦ) υπολογίζεται σε 13.000, που με κινητοποίηση εφεδρειών 50.000 ανδρών θα ανέλθει στους 63.000, περιλαμβανομένου του προσωπικού της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου (ΕΛΔΥΚ). Η ΕΦ διαθέτει αξιόλογο και ποιοτικό εξοπλισμό στους τομείς των αρμάτων μάχης, τεθωρακισμένων οχημάτων, επιθετικών ελικοπτέρων και επίγειας αεράμυνας. Ειδικά στον τελευταίο τομέα, οι μονάδες είναι πολύ ισχυρότερες των όσων γίνεται δημοσίως παραδεκτό. Όμως η γεωγραφική εγγύτητα και η συντριπτική στρατιωτική υπεροχή της Τουρκίας καθιστούν μη αποδοτική την επένδυση της Κύπρου στη ναυτική και την εναέρια ισχύ, δεδομένου του τεράστιου κόστους πρόσκτησης, λειτουργίας και υποστήριξης των σχετικών οπλικών συστημάτων. Συνεπώς η επιβίωση της Κύπρου, σε περίπτωση επιχειρήσεων, εξαρτάται απόλυτα από την υποστήριξη των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Η συνθήκη αυτή επιβάλλεται να αποτελεί σταθερή παράμετρο κατά τη διαμόρφωση του Ελληνικού αμυντικού δόγματος, την εκπόνηση του επιχειρησιακού σχεδιασμού και τη σύνταξη των προδιαγραφών εξοπλιστικών προγραμμάτων. Επίσης, αντικείμενο προβληματισμού αποτελεί η επαναλαμβανόμενη τα τελευταία έτη ματαίωση της άσκησης «ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ», κορυφαίας εκπαιδευτικής δραστηριότητας της ΕΦ με πρόσκληση εφέδρων και εθνοφυλάκων, αιτιολογούμενη από τη διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού ζητήματος, με την πρόοδο των οποίων πάντως βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία.
Αμυντικές Δαπάνες Ελλάδας – Τουρκίας
Η μείωση των πιστώσεων του προϋπολογισμού (Π/Υ) του ΥΠΕΘΑ κατά 48% την τελευταία πενταετία (2009: €6,57 δισ., 2014: €3,11 δισ.) δημιούργησε ασφυκτικό πλαίσιο για τις ΕΕΔ καθώς το 61% των πιστώσεων καλύπτει ανελαστικές δαπάνες (μισθοδοσία και παροχές προσωπικού: €1,9 δισ.), συμπιέζοντας δραματικά τoυς διαθέσιμους χρηματικούς πόρους για την κάλυψη λειτουργικών αναγκών (€557 εκατ.) και την ανανέωση του εξοπλισμού (€583 εκατ.). Με βάση το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) 2015-2018, το οποίο απεικονίζει τη δημοσιονομική στρατηγική της κυβέρνησης σε βάθος τετραετίας, οι ταμειακές πληρωμές για εξοπλιστικές δαπάνες εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν φέτος στα €533 εκατ., μειωμένες κατά €50 εκατ. έναντι των προβλέψεων του Π/Υ. Ταυτόχρονα, το ΜΠΔΣ προβλέπει διαμόρφωση των εξοπλιστικών δαπανών (σε ταμειακή βάση) στα €700 εκατ. για το 2015, σε €598 εκατ. για το 2016, σε €497 εκατ. για το 2017 και σε €500 εκατ. για το 2018, δηλαδή κάτω από το όριο των €850 εκατ. που θεσπίστηκε προκειμένου οι ετήσιες εξοπλιστικές δαπάνες να μην υπερβαίνουν το 0,3% επί του ΑΕΠ. Η υποχρηματοδότηση του ΥΠΕΘΑ καθιστά λίαν αμφίβολη την υλοποίηση των 31 προγραμμάτων συνολικού προϋπολογισμού €14,55 δισ. που περιλαμβάνει το Μακροπρόθεσμο Πρόγραμμα Προμηθειών Αμυντικού Υλικού 2011-2025 και κρίνονται ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της Ελληνικής στρατιωτικής ισχύος.
Οι αμυντικές δαπάνες της Τουρκίας καλύπτονται από πιστώσεις διαφόρων κρατικών φορέων, στους οποίους επικρατεί μερική ή και πλήρης αδιαφάνεια. Συγκεκριμένα, οι αμυντικές ανάγκες της Τουρκίας καλύπτονται από το Υπουργείο Άμυνας (MSB), το Υφυπουργείο Αμυντικών Βιομηχανιών (SSM), το Υπουργείο Εσωτερικών όσον αφορά τους προϋπολογισμούς της Χωροφυλακής και της Ακτοφυλακής , το Ταμείο Υποστήριξης Αμυντικών Βιομηχανιών (SSDF), τον προϋπολογισμό της κρατικής βιομηχανίας ΜΚΕΚ, τις απόρρητες δαπάνες (Örtülü Ödenek) του πρωθυπουργικού γραφείου και το Ίδρυμα για την Ενίσχυση των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (TSKGV), που μεταξύ άλλων κατέχει σημαντικό μερίδιο των εταιρείων Aselsan, Havelsan, Roketsan και ΤΑΙ. Ειδικότερα, ο προϋπολογισμός του MSB ανήλθε το 2014 σε TL21,815 δισ. (€7,962 δισ.), εκ των οποίων το 57% των πιστώσεων καλύπτει ανελαστικές δαπάνες (48% μισθοδοσία, 9% ασφαλιστικές εισφορές) ενώ το 41% αφιερώνεται σε προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών προς κάλυψη λειτουργικών δαπανών των Χερσαίων, Ναυτικών και Αεροπορικών Δυνάμεων. Oι προμήθειες αμυντικού υλικού καλύπτονται ξεχωριστά από τον προϋπολογισμό του Υφυπουργείου Αμυντικών Βιομηχανιών (SSM) με πιστώσεις που κυμαίνονται ετησίως από $1,5 έως $2,7 δισ., εκ των οποίων $777 εκατ. (€574 εκατ.) δαπανήθηκαν φέτος για Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D). Oι προϋπολογισμοί της Χωροφυλακής και της Ακτοφυλακής ανήλθαν σε TL 6.1 δισ. και TL452 εκατ. αντίστοιχα.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Ι. Μείζονα Περιστατικά Ασφαλείας Ελικοπτέρων S-70 των TSK
ΙΙ. Μείζονα Περιστατικά Ασφαλείας Αεροσκαφών F-16 της ΤΗΚ
e-Amyna Τελευταία ενημέρωση: 02/09/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου